Τοῦ ἀρχιμ. Ἰακώβου Κανάκη
Κατ᾽ἀρχήν
ἡ ἀπάντηση δέν εἶναι μιά εὔκολη ὑπόθεση. Μποροῦμε νά ἀπαντήσουμε μέ βάση τά ὅσα
ἔχουν σημειωθεῖ ἀπό ἔγκριτους θεολόγους. Πάντως, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι ὁ Θεός
δέν λειτουργεῖ μέ τήν ἀνθρώπινη λογική καί σκέψη, εἶναι ἀγάπη καί δικαιοσύνη
καί ἐπεμβαίνει ὅταν καί ὅποτε πρέπει. Τό
πότε θά ἐνεργήσει ἀφορᾶ τήν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου καί κυρίως τόν σεβασμό στήν ἐλευθερία
του, τό μέγιστο αὐτό δῶρο πού τοῦ ἔχει προσφέρει. Ἔτσι λοιπόν ἔπρεπε νά ὑπάρξουν
ὁρισμένες προϋποθέσεις γιά νά γίνει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά ἔρθει
τό πλήρωμα τοῦ χρόνου (Γαλ. 4,4). Βασική προϋπόθεση ἦταν ἡ συναίσθηση ἀπό τόν ἄνθρωπο
τῶν τραγικῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἁμαρτίας. Ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος νά νιώσει τήν
πτωτική κατάστασή του καί νά ζητήσει τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ. Πράγματι πρίν τήν ἐνανθρώπηση
τοῦ Χριστοῦ ὁ κόσμος βοοῦσε λέγοντας: «Κύριε ἔλα». Ὅταν λοιπόν ἡ ἁμαρτία ἐπικράτησε,
σχεδόν ἀπώλυτα, ὁ Θεός ἦρθε γιά νά ἀνακουφίσει τόν ἄνθρωπο καί νά προσδιορίσει
τά δεδομένα. Ἦταν ἡ ἐποχή πού ἦρθε, τότε
πού οἱ αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης ζητοῦσαν ἀλαζονικά νά τιμῶνται ὡς θεοί. Τότε πού ὅλες
οἱ ἀξίες τῆς ζωῆς ἦταν πεσμένες, ἡ θηριωδία τῆς ψυχῆς καί ἡ ἄκρατη φιληδονία τοῦ
σώματος ἦταν τά βασικά χαρακτηριστικά της.[1]
Ὅμως τί ἄλλο εἶχε ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων ὅταν ἐνανθρώπησε ὁ
Χριστός; Πόλεμοι καί ἐμφύλιοι σπαραγμοί
ταλάνιζαν ἀνελέητα τόν κόσμο. Ἡ κατάσταση ἦταν
ἀφόρητη. Ὅλος ὁ τότε γνωστός κόσμος ζητοῦσε
τήν λύτρωση καί ὁ Θεός τήν ἔδωσε. Ἔλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα, κόκκαλα ἀπό τά
κόκκαλά μας, αἷμα ἀπό τό αἷμα μας. Ὁ Χριστός ἦρθε τήν πιό κατάλληλη στιγμή
γιατί ὡς πάνσοφος μόνο αὐτός γνώριζε πότε ἦταν αὐτή καί τό ἔκανε ἀπό ἀγάπη. Ἄς
μήν ἀμφιβάλλουμε ὅτι ὁ Χριστός μᾶς ἀγαπᾶ πιό πολύ ἀπό τόν καθένα. Πιό πολύ ἀπό
τήν μητέρα μας, τόν πατέρα μας, τόν ἀδελφό μας, μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός. Γιατί δέν τό καταλαβαίνουμε; Γιατί αὐτό χρειάζεται
καθαρότητα ψυχῆς πού δυστυχῶς τήν ἔχουμε ἀπωλέσει. Κυριαρχεῖ ἀρκετή εὐφυΐα ἀλλά λιγοστή πνευματικότητα. Χάρη
Θεοῦ μᾶς χρειάζεται! Ἄς θυμηθοῦμε σχετικά μέ αὐτό τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ στούς
μακαρισμούς: « Εὐτυχισμένοι αὐτοί πού ἔχουν καθαρότητα στήν καρδιά γιατί αὐτοί θά δοῦν τό Θεό» ( Μτ. 5,8 ).
Δημοσίευση σχολίου