ἀθλητικῆς ἀγλαΐας,
ὤφθης, σοφέ, κοινωνός,
πρός ἀγῶνας ἀνδρικούς παραταξάμενος·
ὅθεν ὡς λύχνος φωταυγής,
τῶν θαυμάτων τάς βολάς,
ἐκλάμπεις τῇ οἰκουμένῃ,
Ἀρτέμιε Ἀθλοφόρε,
πρός σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Στήν Ἱερά Μητρόπολη Μαντινείας καί Κυνουρίας, ἑορτάστηκε καί φέτος μέ κάθε λαμπρότητα ἡ ἑορτή τοῦ ἁγίου Ἀρτεμίου.
Τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς, Δευτέρα 19 Ὀκτωβρίου 2015, τελέστηκε Μέγας Πανηγυρικός Ἑσπερινός στό Ἐξωκκλήσιο τῆς Παναγίας τῆς Φτέρης, τό ὁποῖο ἔχει ὑπό τήν προστασία του τό Σῶμα τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας Ἀρκαδίας.
Ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς, Τρίτη 20 Ὀκτωβρίου 2015, στόν Μητροπολιτικό Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως, τελέστηκε ὁ Ὄρθρος καί ἠ Θεία Λειτουργία μετ' Ἀρτοκλασίας, καθώς ἐπίσης ἔλαβε χώρα Δέηση ὑπέρ μακαρίας μνήμης καί αἰωνίου ἀναπαύσεως πάντων τῶν ὑπέρ τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος ἀγωνισαμένων καί πεσόντων καί πάντων τῶν Ἀνδρῶν καί Γυναικῶν τοῦ Σώματος τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας, τῶν ἀδίκως τελειωθέντων ἐν τῇ ὥρᾳ τοῦ καθήκοντος, καθώς καί τῶν ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντων ἀδελφῶν, τοῦ Σώματος τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας.
Μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας καί περί ὥραν δεκάτην πρωινήν τελέσθηκε Δοξολογία καί ἀναγνώστηκε ἡ Ἡμερήσια Διαταγή τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας.
Σύσσωμη ἦταν ἡ συμμετοχή τῶν Ἀξιωματικῶν, Ὑπαξιωματικῶν καί ὅλων τῶν ὑπηρετούντων καί ἐργαζομένων στό Σῶμα τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας, καθώς καί τῶν συνταξιούχων τοῦ Σώματος. Ἐπίσης, συνεόρτασαν ἐκπρόσωποι τῶν στρατιωτικῶν ἀρχῶν, φορέων καί συλλόγων τοῦ Νομοῦ μας, καί πλῆθος πιστοῦ Λαοῦ.
Ἡ Ἑλληνική Ἀστυνομία γιορτάζει στίς 20 Ὀκτωβρίου τήν «Ἡμέρα τῆς Ἀστυνομίας» μαζί μέ τή μνήμη τοῦ προστάτη τοῦ Σώματος, Μεγαλομάρτυρα ἁγίου Ἀρτεμίου.
Ἡ «Ἡμέρα τῆς Ἀστυνομίας» θεσμοθετήθηκε ἀπό τήν Πολιτεία γιά νά τιμήσει τήν προσφορά τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας στήν Πατρίδα καί τήν κοινωνία.
Εὐχόμεθα ἐκ βάθους καρδίας, ὁ ἅγιος Ἀρτέμιος νά προστατεύει τά μέλη τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας στό δύσκολο ἔργο τους.
Ὁ ἅγιος Ἀρτέμιος
Ὁ ἅγιος Ἀρτέμιος ἦταν διακεκριμένος πολιτικός τοῦ Βυζαντίου καί εὐσεβέστατος χριστιανός. Ἔζησε καί μαρτύρησε περί τά μέσα τοῦ τέταρτου αἰῶνα μ.Χ. (361-363). Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ἐκτιμώντας τά ἠθικά καί πολιτικά τοῦ χαρίσματα, τοῦ ἔδωσε τό ἀξίωμα τοῦ πατρικίου καί τόν διόρισε δοῦκα καί αὐγουστάλιο (ἡ θέση ἀντιστοιχεῖ σέ αὐτή τοῦ ἀντιβασιλέα) τῆς Ἀλεξανδρείας. Δηλαδή, τόν διόρισε ἀνώτερο διοικητή ὅλης της Αἰγύπτου. Στήν ἐπίσημη αὐτή καί τιμητική θέση ὁ Ἀρτέμιος, σάν πιστός χριστιανός, ἀσκοῦσε τά καθήκοντά του μέ πολλή προσοχή καί σύνεση, ὥστε ὅλοι νά θαυμάζουν τά ὑπέροχα πολιτικά καί ἠθικά τοῦ χαρίσματα.
Οἱ εὐτυχισμένες κι εὐλογημένες ἐκεῖνες μέρες δέν κράτησαν, δυστυχῶς, γιά πολύ. Ὁ γιός καί διάδοχος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος, πού μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του ἀνέλαβε τή διοίκηση τῆς Ἀνατολῆς ἀπό τό Ἰλλυρικό πέλαγος μέχρι τήν Προποντίδα, τήν Ἀσία, Συρία, Παλαιστίνη, Μεσοποταμία, Αἴγυπτο καί ὅλες τίς νήσους, κατά τήν περίοδο πού εἶχε πάει στήν Ἀντιόχεια ἀρρώστησε βαριά καί ἀπέθανε. Τότε τήν ἐξουσία τῆς μεγάλης αὐτῆς αὐτοκρατορίας ἀνέλαβε ὁ Ἰουλιανός, πού εἶναι γνωστός στήν ἱστορία ὡς «Παραβάτης» καί «Ἀποστάτης». Ὁ νέος αὐτός βασιλιάς, σέ κάποιο ταξίδι του στήν Αἴγυπτο εἶχε συναντήσει καί γνωρίσει τόν ἄρχοντα Ἀρτέμιο, γιά τόν ὁποῖο εἶχε ἀκούσει καί πολλά καλά λόγια γιά τίς ἱκανότητές του, ὅπως καί γιά τή χριστιανική του ἰδιότητα. Τό χάρισμα, ὅμως, τοῦτο τῆς ἐκλεκτῆς αὐτῆς προσωπικότητος ὄχι μόνο δέν ἐκτιμήθηκε ἀπό τόν ἀποστάτη βασιλιά, πού εἶχε ἤδη κινήσει καί τόν διωγμό ἐνάντια στούς χριστιανούς, ἀλλά καί θεωρήθηκε μεγάλο μειονέκτημα καί ἁμάρτημα. Μέ πάθος, μάλιστα, κάθε φορά προσπαθοῦσε νά κατακρίνει καί νά δείχνει γι’ αὐτό τήν περιφρόνησή του.
Τοῦτο ἔκαμε καί σέ μιά ἐπίσκεψη τοῦ ἄρχοντα Ἀρτεμίου σ’ αὐτόν, ὅταν βρισκόταν στήν Ἀντιόχεια. Ὁ ἀποστάτης βασιλιάς, σάν εἶδε τόν ἄρχοντα τῆς Αἰγύπτου Ἀρτέμιο, τρελός ἀπό θυμό, τόν κάλεσε κοντά του κι ἄρχισε μέ περιφρόνηση νά τοῦ ὁμιλεῖ καί νά τόν ὑβρίζει. Ὅση ὥρα ὁ ὑβριστής ἀπευθυνόταν στόν Ἅγιο, τόν κατηγοροῦσε καί τόν ὕβριζε, ὁ ἐνάρετος Ἀρτέμιος σιωποῦσε κι εἶχε σκυφτό τό κεφάλι. Μπροστά στά μάτια του εἶχε τά λόγια τοῦ Κυρίου: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσι καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ρῆμα καθ’ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. Χαίρετε καί ἀγαλλιάσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς» («Μακάριοι γίνεσθε σεῖς, οἱ μαθητές μου, ὅταν σᾶς χλευάσουν καί σᾶς καταδιώξουν καί σᾶς κακολογήσουν μέ κάθε ψεύτικη κατηγορία ἐξ αἰτίας μου. Χαίρετε καί ζωηρά ἐκδηλῶστε τή χαρά σας, γιατί ἡ ἀνταμοιβή σας στούς οὐρανούς θά εἶναι μέ τό παραπάνω», Ματθ. ε΄, 11-12).
Ὅταν, ὅμως, ὁ ἐγωιστής καί ἀσεβής βασιλιάς ἄρχισε νά ἐπεκτείνει τίς ὕβρεις του στά ἱερά καί ὅσια τῆς ἀμώμητης χριστιανικῆς μας πίστεως, τότε ὁ Ἅγιος, μέ θάρρος, σήκωσε τό κεφάλι, ὕψωσε τή φωνή του καί μέ παρρησία εἶπε στόν παραβάτη ἄρχοντα:
- «Βασιλιά μου, ἐπιδείξατε, σᾶς παρακαλῶ λίγο σεβασμό πρός τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Τοῦτο μαρτυροῦν περίτρανα τά λόγια Του καί τά ἔργα Του. Ὅσο γιά τίς ὕβρεις σας ἐνάντια στούς χριστιανούς, πού ἀποτελοῦν τήν εὐγενέστερη καί πιό ἄξια μερίδα τῶν ὑπηκόων σας, δέν εἶναι καθόλου φρόνιμο καί συνετό, οὔτε καί δίκαιο ἀπό μέρους σας, νά τούς ὑβρίζετε καί νά τούς διώκετε. Ἐντροπή σας! Ἡ συμπεριφορά σας αὐτή σᾶς ἀδικεῖ καί σᾶς ἐξευτελίζει».
Τίς τελευταῖες λέξεις τοῦ Ἁγίου διέκοψαν οἱ γεμάτες μῖσος καί εἰδωλολατρικό φανατισμό φωνές τοῦ μαινόμενου κυριολεκτικά βασιλιᾶ Ἰουλιανοῦ:
- «Πάψε, ἀνόητε», τοῦ φώναξε. Κι ἀφοῦ τόν ὕβρισε ξανά καί ξανά, διέταξε νά τοῦ ἀφαιρέσουν τή ζώνη τοῦ ἀξιώματός του καί νά τόν ρίξουν στή φυλακή γιά νά συνέλθει.
Μέ τήν ψυχή γαληνεμένη ὁ πιστός κι ἄτρομος χριστιανός, χωρίς ψωμί καί νερό γιά μέρες περνᾶ τίς ὧρες του γονατιστός, εὐχαριστώντας τόν Κύριο γιά τό χάρισμα πού τοῦ δόθηκε. «Ἡμῖν ἐχαρίσθη τό ὑπέρ Χριστοῦ οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α΄, 29), ἔλεγε καί ἐπαναλάμβανε μέ ἀνείπωτη χαρά. Δηλαδή, «σέ μᾶς δόθηκε σάν χάρισμα ὄχι μόνο νά πιστεύουμε στόν Χριστό, ἀλλά καί νά πάσχουμε γιά τό ὄνομά Του»!
Τά ἐπακόλουθα τῆς ὁμολογίας του εἶναι τρομερά. Ἀδούλωτος κι ἐλεύθερος ὁ Ἅγιος τά ἀντιμετωπίζει ὅλα μέ ζηλευτή ψυχραιμία, ὑπομονή καί καρτερία.
Ὅταν ὕστερα ἀπό λίγες μέρες, κατά διαταγή τοῦ βασιλιᾶ, βγῆκε ἀπό τή φυλακή καί παρουσιάστηκε μπροστά του, ὁ Ἰουλιανός τοῦ ζήτησε νά προσφέρει θυσία στούς μεγάλους «θεούς», ἄν ἤθελε νά τοῦ χαρισθεῖ ἡ ζωή κι ἡ ἐλευθερία. Στήν πρόταση αὐτή τοῦ ἄρχοντα ὁ σταθερός στίς ἀρχές καί στό φρόνημά του Ἅγιος, ἀλλά καί ἀτρόμητος στίς πεποιθήσεις του, ἀπολογήθηκε μέ πολλή δύναμη καί παρρησία κι ἀπέδειξε ψευδῆ κι ἀνόητα ὅσα εἰπώθηκαν κατά τοῦ Χριστοῦ. Στό τέλος πρόσθεσε: «Αὐτό πού μοῦ ζητᾶτε, ἄρχοντά μου, ν’ ἀρνηθῶ τόν Χριστό καί νά προσφέρω θυσία στά ξύλα καί τίς πέτρες τῆς πεθαμένης πιά εἰδωλολατρίας, μοῦ εἶναι ἀδύνατον, ὄχι νά τό κάμω, ἀλλά ἀκόμη καί νά τό σκεφθῶ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί δημιουργός, πού ἔγινε ἄνθρωπος κι ἀπέθανε γιά τή σωτηρία μας. Πῶς μπορῶ ἐγώ νά τόν ἀρνηθῶ»;
Ἡ τολμηρή αὐτή καί μέ τόση παρρησία εἰπωθεῖσα ὁμολογία τοῦ Μάρτυρος προκάλεσε τό μῖσος καί τή μανία τοῦ ἀποστάτη βασιλιᾶ, πού σάν τρελός φώναξε:
- «Νά ἀρχίσουν τά βασανιστήρια! Τά πιό σκληρά βασανιστήρια»! Στή διαταγή τοῦ βασιλιᾶ οἱ δήμιοι, πού στεκόντουσαν δίπλα, ὅρμισαν, ἅρπαξαν τόν Μάρτυρα, τόν γύμνωσαν, κι ἀφοῦ τόν ξάπλωσαν στή γῆ, ἄρχισαν νά τόν κτυποῦν μέ βούνευρα μέχρις αἵματος. Τό δέρμα ξεσχίσθηκε, μά οἱ δήμιοι ὄχι μόνο δέν σταματοῦν, ἀλλά καί συνεχίζουν, λές μεθυσμένοι μέ τό ἄνομο ἔργο τους. Στή συνέχεια καταξεσχίζουν τίς σάρκες του μέ μαχαίρια κι ὕστερα μέ λαμπάδες καῖνε τίς πληγές. Τό σῶμα τοῦ Μάρτυρος ἔγινε μιά ἄμορφη μάζα ἀπό κρέατα καί κόκκαλα σπασμένα. Σ’ αὐτή τήν κατάσταση τόν πῆραν καί τόν πέταξαν στή φυλακή. Σκέφθηκαν νά τόν ἀφήσουν ἐκεῖ νά πεθάνει μόνος του χωρίς καμιά βοήθεια.
Δημοσίευση σχολίου