«Ἐν ταῖς μάρτυσι λάμπεις Σοφία ἔνδοξε,
καί στεφάνοις τῆς νίκης περικοσμεῖσαι λαμπροῖς·
δι᾿ ὅ ἐν ὕμνοις καί ᾠδαῖς εὐφημοῦμέν σε,
ὅτι θυγάτρια σεμνά τῷ μαρτυρίῳ ὁδηγεῖς,
Ἀγάπην Πίστιν Ἐλπίδα·
μεθ᾿ ὧν μή παύσῃ πρεσβεύειν,
ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».
Λαμπρά πανηγύρισε τό Ἱερό Ἐξωκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σοφίας καί τῶν τριῶν θυγατέρων αὐτῆς, Πίστεως, Ἐλπίδος καί Ἀγάπης, στή Φτέρη Μαντινείας, λίγα χιλιόμετρα ἔξω ἀπό τήν Τρίπολη, τό ὁποῖο ἔχουν ὑπό τήν ἐπιμέλειά τους οἱ ὑπάλληλοι τοῦ Δήμου Τριπόλεως.
Πλῆθος προσκυνητῶν ἀπό τήν Τρίπολη καί τήν εὑρύτερη περιφέρεια τῆς Μαντινείας συμμετεῖχαν στόν Πανηγυρικό Ἑσπερινό καί στήν λιτάνευση τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος πέριξ τοῦ Ναοῦ, τῇ συνοδείᾳ τῆς Φιλαρμονικῆς τοῦ Δήμου Τριπόλεως.
Ἀνήμερα της ἑορτῆς θά τελεσθεῖ ὁ Ὄρθος καί Πανηγυρική Θεία Λειτουργία.
Εὐχόμαστε οἱ πρεσβεῖες καί ἡ προστασία τῆς ἁγίας Σοφίας καί τῶν ἁγίων θυγατέρων αὐτῆς, νά σκέπουν πάντας, χαρίζοντας ὑγεία καί ὅ,τι καλό.
Ἡ ἁγία Σοφία καί οἱ τρεῖς θυγατέρες της, Πίστη, Ἐλπίδα καί Ἀγάπη μαρτύρησαν στά χρόνια του αὐτοκράτορα Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.). Οἱ τρεῖς θυγατέρες τῆς ἁγίας Σοφίας, πῆραν τά ὀνόματά τους ἀπό τό χωρίο τῆς Καινῆς Διαθήκης: «νυνί δέ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα· μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη» (Α΄ Κορ. 13,13).
Ἡ ἁγία Σοφία, τίμια καί θεοσεβής γυναῖκα, γρήγορα χήρεψε καί μέ τίς τρεῖς κόρες της ᾖλθε στή Ρώμη. Ἐκεῖ καταγγέλθηκαν ὡς φημισμένες χριστιανές. Τότε ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε ὅτι οἱ τέσσερις γυναῖκες ἦταν χριστιανές καί διέταξε νά τίς συλλάβουν.
Ἀφοῦ ἀπομόνωσαν τή μητέρα, ἄρχισαν νά ἀνακρίνουν τίς κόρες. Πρώτη παρουσιάστηκε στόν βασιλιά ἡ δωδεκάχρονη Πίστη. Μέ δελεαστικούς λόγους ὁ Ἀδριανός προσπάθησε νά πείσει τήν Πίστη νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί θά τῆς χορηγοῦσε τά πάντα, γιά νά ζήσει εὐτυχισμένη ζωή, ἀλλά ἀντιμετώπισε τό ἄκαμπτο φρόνημα τῆς νεαρῆς. Τά λόγια της Ἁγίας Γραφῆς ἀποτέλεσαν δυναμική ἀπάντηση τῆς Πίστης: «ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ» (Γαλ. 2,20), δηλαδή «ζῶ ἐμπνεόμενη ἀπό τήν πίστη μου στόν Χριστό, πού μέ ἀγάπησε καί ἔδωσε τόν Ἑαυτό Του γιά τή σωτηρία μου». Τότε, μετά ἀπό βασανιστήρια, τήν ἀποκεφάλισαν.
Ἐπίσης, μέ τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀπάντησε καί ἡ δεκάχρονη Ἐλπίδα, ὅταν τή ρώτησαν ἄν ἀξίζει νά ὑποβληθεῖ σέ τέτοια βασανιστήρια: «ἠλπίκαμεν ἐπί Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτήρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν» (Α΄ Τιμ. 4,10). Δηλαδή, «ἔχουμε στηρίξει τίς ἐλπίδες μας στόν ζωντανό Θεό, πού εἶναι σωτήρ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καί ἰδιαίτερα τῶν πιστῶν». Ἀμέσως τότε καί αὐτή ἀποκεφαλίστηκε.
Ἀλλά δέν ὑστέρησε σέ ἀπάντηση καί ἡ ἐννιάχρονη Ἀγάπη. Εἶπε ὅτι ἡ ὕπαρξή της εἶναι στραμμένη «εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καί εἰς τήν ὑπομονήν τοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Θεσ. 3,5). Βέβαια, δέν ἄργησαν νά ἀποκεφαλίσουν καί αὐτή.
Περήφανη γιά τά παιδιά της ἡ Σοφία, ἐνταφίασε μέ τιμές τίς κόρες της καί παρέμεινε γιά τρεῖς μέρες στούς τάφους τους, παρακαλώντας τόν Θεό νά τήν πάρει κοντά Του. Ὁ Θεός ἄκουσε τήν προσευχή της καί ἡ Σοφία παρέδωσε τό πνεῦμα της δίπλα στούς τάφους τῶν παιδιῶν της.
Δημοσίευση σχολίου