Τήν ἡμέρα αὐτή ἑορτάζουμε τήν ἐν Ἰορδάνῃ ποταµῷ Βάπτιση τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπό τοῦ Προφήτου, Προδρόµου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, ὡς καί τήν ἐπιφάνεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν ἡµέρα ἡ Ἐκκλησία µας τελεῖ µιά πολύ ξεχωριστή Ἀκολουθία, τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, ἤ ἀλλιῶς, ὅπως ὁ Λαός µας τήν ἀποκαλεῖ, τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων. Ἡ κτίση ὁλόκληρη ἁγιάζεται, προσφέρεται στόν ἄνθρωπο ὡς πεδίο ἁγιασμοῦ καί ὄχι ἁπλῶς ὡς εὐκαιρία πρόσκαιρης ἀπόλαυσης ὑλικῶν ἀγαθῶν. Οἱ Ἱερεῖς μας ἁγιάζουν τά σπίτια τῶν ἐνοριτῶν καί Χριστιανῶν τους, ἐνῶ σέ κάθε περιοχή τῆς Πατρίδος μας οἱ Χριστιανοί τηροῦν πιστά ἤθη καί ἔθιμα τῆς ἡμέρας, παραδόσεις πού βρῆκαν ἀπό τούς προγόνους τους.
Ὁ Σεβασµιώτατος Μητροπολίτης µας κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, σήμερα, Παρασκευή 6 Ἰανουαρίου 2017, τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Παραλίου Ἄστρους καί, ἐν συνεχείᾳ, µέ Κληρικούς τῆς περιοχῆς, ἐτέλεσε τόν Ἁγιασµό τῶν ὑδάτων στό λιμάνι τοῦ Παραλίου Ἄστρους. Ὁ Σεβασμιώτατος ἁγίασε τά ὕδατα πετώντας τόν Τίμιο Σταυρό ἀπό καΐκι, πού εὐγενῶς προσεφέρθη γιά μιά ἀκόμη χρονιά πρός τοῦτο, ἐνῶ νέα παιδιά βούτηξαν στά παγωμένα καί ἁγιασμένα ὕδατα καί ἀνέσυραν τόν Τίμιο Σταυρό, παίρνοντας μεγάλη εὐλογία ἀπό τήν χάρη του.
Τά ἅγια Θεοφάνεια, μεγάλη ἑορτή τοῦ Χριστιανισμοῦ, σέ ἀνάμνηση τῆς Βάπτισης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη ποταμό ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο (ἤ Βαπτιστή), γιορτάζεται κάθε χρόνο τήν 6η Ἰανουαρίου καί εἶναι ἡ τρίτη καί τελευταία ἑορτή τοῦ Δωδεκαημέρου, περίοδος ἡ ὁποία ξεκινᾷ μέ τά Χριστούγεννα. Λέγεται, ἐπίσης, «Ἐπιφάνεια» καί «Φῶτα». Τό ὄνομα τῆς ἑορτῆς προκύπτει ἀπό τήν φανέρωση τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού, σύμφωνα μέ τίς Γραφές, συνέβη κατά τήν Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἔφθασε στήν ἡλικία τῶν 30 ἐτῶν, ἐβαπτίσθη στόν Ἰορδάνη ποταμό ἀπό τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, πού ἦταν ἕξι μῆνες μεγαλύτερός Του καί ἀσκήτευε στήν ἔρημο, κηρύσσοντας τό βάπτισμα τῆς μετανοίας. Τήν στιγμή τῆς Βαπτίσεώς Του, κατῆλθε ἀπό τόν οὐρανό τό Ἅγιο Πνεῦμα ὑπό μορφή Περιστερᾶς στόν Ἰησοῦ καί ταυτόχρονα ἀκούσθηκε φωνή ἐξ οὐρανοῦ πού ἔλεγε: «Οὗτος ἐστί ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, διά τοῦ ὁποίου εὐδόκησα νά σώσω τόν κόσμο». Τό γεγονός αὐτό ἔχουν καταγράψει οἱ τρεῖς ἀπό τούς τέσσερις Εὐαγγελιστές, ὁ Μᾶρκος, ὁ Ματθαῖος καί ὁ Λουκᾶς.
Τό πότε καθιερώθηκε νά ἑορτάζονται τά Θεοφάνεια δέν εἶναι γνωστό μέ βεβαιότητα. Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς ἀναφέρει ὅτι κάποιοι αἱρετικοί Γνωστικοί ἑόρταζαν ἀπό τίς ἀρχές τοῦ δεύτερου αἰῶνα τήν Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ, κατ’ ἄλλους μέν τήν 6η Ἰανουαρίου, κατ’ ἄλλους δέ τήν 10η Ἰανουαρίου. Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παραδέχεται καί περιγράφει τήν ἑορτή, ὡς ἀρχαία πανήγυρη στήν Ἀντιόχεια τήν Μεγάλη καί ἀναφέρει ὅτι ἀπό ἐκεῖ τήν παρέλαβαν οἱ Γνωστικοί. Κατά τόν τέταρτο αἰῶνα, ἡ ἑορτή τῶν Θεοφανείων ἑορτάζεται πλέον μέ λαμπρότητα σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία, ὡς ἑορτή τοῦ φωτισμοῦ τῆς ἀνθρωπότητας διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος τοῦ Ἰησοῦ, ἀπ’ ὅπου καί τό ὄνομα «Φῶτα» ἤ «ἑορτή τῶν Φώτων».
Δημοσίευση σχολίου