Να αγγίζεις τα μεταξένια μαλλιά τους, να φτιάχνεις καλύτερα τα σκεπάσματα, όχι γιατί χρειάζεται, αλλά για να δώσεις έξτρα φροντίδα που σου περίσσεψε τώρα που κοιμήθηκαν και δεν ξέρεις τι να την κάνεις.
Να πάρεις από τα λυμένα χεράκια τους, το βιβλίο ή την κούκλα που κρατούσαν, να την βάλεις δίπλα τους, όσο ακόμα την θέλουν, όσο δεν κοιμούνται χωρίς την αγκαλιά της, μέχρι να γίνει κι αυτή, με χιλιάδες ακόμα αντικείμενα, τρόπαιο μνήμης.
Να κάθεσαι απαλά δίπλα από το κρεβάτι τους και να τα κοιτάς, όσο έχεις τον χρόνο να το κάνεις. Να ρουφάς αυτές τις στιγμές, να μην τις ξεχάσεις ποτέ, γιατί θα είναι από εκείνες που θα σε τυλίγουν με τη ζεστασιά τους σαν ζεστό ρούχο τις ώρες που θα παγώνεις μέσα σου. Θα είναι το φάρμακό σου τις στιγμές που τίποτα δεν θα πηγαίνει καλά, θα είναι ένα από τα πιο πολύτιμα υλικά από αυτά που συνθέτουν την ψυχή σου.
Και να τα νανουρίζεις σιωπηλά, να τα φιλάς με τα μάτια και να τα φυσάς ούριους άνεμους από μέσα σου για τα ταξίδια που θα κάνουν αύριο, για τις ευκαιρίες που θα έχουν να ξανοιχτούν σε καινούριους χάρτες.
Είναι η καλύτερή σου στιγμή να τους πεις όλα τα ανείπωτα που έχεις μέσα σου γι’αυτά. Όλα εκείνα που δεν λες για να μην γίνεις υπερβολική, κτητική, κουραστική. Όλα εκείνα τα «σ’ αγαπώ» που δεν τελειώνουν και όλα εκείνα τα «να προσέχεις» που κουδουνίζουν στο μυαλό σου. Όλα τα όνειρά σου γι’ αυτά, και τις ελπίδες σου και τις ευχές σου. Ψιθύρισέ τα τώρα και άστα να φύγουν ψηλά σαν μπαλόνια, κι αυτά θα βρουν το δρόμο τους, μην νοιάζεσαι. Θα γίνουν αόρατες κλωστές που θα ενώσουν όσα πρέπει να ενωθούν.
Κι ύστερα σβήσε το φως, κι άσε εκείνο το μικρό μόνο του διαδρόμου. Και μετά βγες από το δωμάτιο, αθόρυβα, στις μύτες, μην ξυπνήσουν και ξυπνήσουν από το όνειρο που έφτιαξες μαζί τους.
Γι’ αυτό σου λέω. Να φιλάς τα παιδιά σου κάθε βράδυ – κυρίως όταν κοιμούνται.
Δημοσίευση σχολίου