Υπό Αιδεσιµολ. Δηµητρίου Λυµπεροπούλου Εφηµερίου Ιερού Ναού Προφήτου Ηλιού Τριπόλεως Όντως είναι µιά όµορφη εποχή ο χειµώνας. Με τα δένδρα αειθαλή και φυλλοβόλα, είναι ό,τι πιό όµορφο τοπίον. Σκούρα πράσινα µε πυκνά φυλλώµατα, πλάι σε στεγνά από φύλλα και χυµούς κλαδιά. Άλλοτε στολισµένα µε στρώµα χιονιού. Παγωνιά. Το ξεροβόρι να ξυρίζει όπως λένε το πρόσωπον. Έτσι, ετοιµάζονται οι πλανώδιοι καστανάδες, να αρχίσουν την δουλειά τους να ψήνουν κάστανα. Παίρνουν τα σύνεργά τους, έναν µικρόν πάγκον, την µεγάλην φουφού, την τσιµπίδα, το σακκί µε τα κάστανα, και φθάνουν στις πλατείες και στις γωνίες των δρόµων των πόλεων. Εκεί στήνουν το πρόχειρο µαγαζάκι τους. Ανάβουν τα κάρβουνα, πέφτει η θράκα και αρχίζουν να ψένουν. Οι διαβάτες περνούν και παίρνουν τα ζεστά κάστανα. Θυµάµαι την δεκαετίαν του 1950, κάθε Σάββατον πρωί στην λαικήν αγοράν στην πλατεία Βαλτετσίου Τριπόλεως, σε µιά πρόχειρη παράγκα µε τσίγκους, κάτω στο χώµα, άναβε ο µπάρµπα Κώστας ο καστανάς τη φωτιά µε ξύλα, έβαζε την σιδεροστιά, επάνω ένα µικρό καζάνι µε νερό και έβραζε τα κάστανα. Τα έβαζε σε ένα καλάθι και άρχιζε να διαλαλή την πραµάτεια του: ≪τα µαρώνια, τα µποµπόλια, καίνε και αχνίζουνε.≫ Εύλογος η ερώτησις. Τι σχέση έχει ο καστανάς µε την Σηµαία; Την απάντηση την δίδει το κείµενον που ακολουθεί. Το ανέσυρα από το παλιό µου αρχείον, και το παραθέτω αυτούσιον. ''Τα 'δωσα και τα δύο εις την πατρίδα'' Ήµουν εις το ναυτικόν το 1952 και ευρισκόµουν εις την Πλατείαν Κλαυθµώνος, όχι όπως είναι σήµερα. Οι νεώτεροι δεν γνωρίζουν παρά πολλά από τα παλαιά και απορούν οπόταν ακούν ορισµένα γεγονότα του τότε. Εκείνην την στιγµήν έπεφτε ο ήλιος και θα γνωρίζετε ότι µε την δύσιν του, γίγνεται υποστολή της σηµαίας. Τότε το Υπουργείον Ναυτικού ήταν εκεί και η σηµαία εκυµάτιζε ακόµα εις το κτίριον. Σήµερα είναι άλλες υπηρεσίες του Ναυτικού. 2 Τότε πάντα κάθε πρωί, θα θυµούνται οι παλαιοί, γινόταν έπαρσις σηµαίας και εσταµατούσαν τα πάντα, όπως και εις την δύσιν του ηλίου γινόταν υποστολή. Ήταν στιγµές ωραίες, απίθανες που εζούσαν τότε οι άνθρωποι. Το άγηµα αποδόσεως τιµών εις τον χώρον του, και ακούµε τον σαλπιγκτή να δίδη το σύνθηµα δια την υποστολήν της σηµαίας. Το άγηµα παρουσιάζει όπλα. Ο αξιωµατικός χαιρετά και παίζεται ο Θούριος. Όλοι οι παριστάµενοι εκεί και οι περαστικοί, όπως και εγώ εσταθήκαµε εις στάσιν προσοχής. Αποδίδεις µε αυτόν τον τρόπο την τιµήν εις το ιερόν µας σύµβολον, εις την γαλανόλευκην σηµαίαν. Την στιγµήν που ο αρµόδιος αξιωµατικός χαιρετά, η µατιά του πέφτει λοξά και βλέπει κάτι παράξενον, και η ψυχή του ταράζεται, µ' αυτό, που θα σας πω παρακάτω. Όταν ετελείωσε η διαδικασία της υποστολής της σηµαίας, οι διαβάτες συνεχίζουν τον δρόµο τους, ενώ εγώ παρέµεινα από συνήθειαν λίγοι ακόµα. Τότε βλέπω τον νεαρόν αξιωµατικόν να κατευθύνεται θυµωµένος πρός ένα γεροδεµένον πλανόδιον καστανά. Βλέπετε τότε η πλατεία ήταν κενή και εις τας γωνίας ήταν πάντα στιλβωτές (λούστροι) και καστανάδες, που µας λείπουν τώρα. Και του είπε: «διατί δεν εσηκώθηκες όρθιος δια να τιµήσης την σηµαίαν µας. Δεν έχεις φιλότιµον κ.λπ.». Ό άνθρωπος έµεινε βουβός, ενώ εγώ παρηκολούθησα έντροµος και φοβερά συγκλονισµένος το τι έγινεν. Μετά βλέπω τον καστανά ότι έγινε κατακόκκινος και άρχισε να τρέµη. Ήθελεν να φωνάξη, αλλά τον είδα µε έκπληξιν να συγκρατείται, σκύβοντας το κεφάλι του και να αρχίσει να κλαίει µε λυγµούς. Όµως συνήλθεν γρήγορα, εσκούπισεν τα δάκρυά του και µε την δύναµιν των χεριών του (που ήταν γερά) εστύλωσεν το σώµα του δυνατά, έσπρωξεν τον πάγκον µε τα κάστανα µπροστά και εφώναξεν µε όλην την ψυχήν του εις τον νεαρόν αξιωµατικόν δυνατά «πως να σηκωθώ κύριε; Της τα έδωσα της πατρίδας µου και τα δύο». Και σηκώνοντας τα µπατζάκια του παντελονιού, εφάνηκαν δυό πόδια κοµµένα, πάνω από τα γόνατα. Και ξανάρχισεν να κλαίη. Ο κόσµος, όπως και εγώ γύρω του, έκλαιγεν και χειροκροτούσεν, όµως περισσότερον από όλους έκλαιγεν ο νεαρός αξιωµατικός. Έχουν περάσει περίπου 60 χρόνια. Ποιός ξέρει τι να γίγνεται. Εκείνην την στιγµήν πάντως έγινεν κάτι το αλησµόνητον, µια φοβερή σκηνή. Ο αξιωµατικός σκύβει και αγκαλιάζει και φιλά τον καστανά, και εις την συνέχειαν στέκεται ευθυτενής µπροστά εις τον ήρωα, φέρνει το δεξί χέρι εις την άκρην του γείσου του πηλικίου 3 του και τον χαιρετά στρατιωτικά. Του απονέµει «τας κεκανονισµένας τιµάς» που δεν ηµπόρεσεν εκείνος τυπικά να αποδώση εις την σηµαίαν µας, διατί της εχάρισεν τα δύο πόδια του εις τα βορειοηπειρώτικα βουνά µας, δια να ηµπορή να κυµατίζει σήµερα ψηλά η κυανόλευκη σηµαία µας, εις ελεύθερην πατρίδα. Και οι άλλοι, οι πολλοί να ηµπορούν να πηγαίνουν µε γρήγορον βήµα εις την ειρηνικήν απασχόλησίν τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι περπατούν µπροστά από ένα ήρωα του αλβανικού µετώπου, τον Έλληνα ήρωα πολεµιστήν, όποιον επάγγελµα και να 'χη. Άλλοι δεν µιλούν, άλλοι όµως ειρωνεύονται. Δι' αυτό οι νέες γενιές πρέπει να µάθουν, να διδαχθούν από την οικογένειαν και από το Σχολείον δια το έπος του 1940. Δηµήτριος Ντούλιας Πλωτάρχης Π. Ν.έ ά. Η Σηµαία σύµβολον των ιδανικών και των αξιών του Έθνους, απόδειξις της υπάρξεως και της ανεξαρτησίας του. Το αντίθετον όµως όταν υποσταλούν και εξαφανιστούν. Θέλουµε τη Σηµαία µας, περήφανα να κυµατίζει ψηλά στον ιστό της, µε τον Σταυρόν στην κορυφήν, που δυστυχώς τον έχουν καταργήσει ανθέλληνες πολιτικοί. Η γαλανόλευκη, προποµπός στις παρελάσεις, να επαναφέρουµε στη µνήµη του λαού, τους αγώνες και τις θυσίες των προγόνων µας, για την απελευθέρωσιν της δοξασµένης µας Πατρίδος από τους εκάστοτε κατακτητάς. Το Ιερόν τούτο σύµβολον, το τιµηµένο τούτο πανί, που έστηναν οι φαντάροι µας νικηταί στα χιονισµένα βουνά της Αλβανίας το Έπος του 1940, κει όταν τα ελληνικά χωριά της βορείου Ηπείρου υποδέχονταν τον Στρατό µας νικητή, πληµµυρισµένα στην γαλανόλευκη. Θυµάµαι τα παλιά εκείνα χρόνια, την παραµονή των Εθνικών Επετείων, περνούσε ο χωροφύλακας και κτυπούσε µε το ρόπτρον την πόρτα της εισόδου του σπιτιού. Έβγαινε η οικοδέσποινα να ιδεί ποιος είναι. (βλέπετε τότε δεν υπήρχαν θυροτηλέφωνα). Απαντούσε ο χωροφύλακας, παρακαλώ κυρία µου να τοποθετήσετε τη Σηµαία στο µπαλκόνι σας. Και να, σε λίγες ώρες η µικρά τότε Τριπολιτσά σε πληθυσµόν (15.000 κάτοικοι), ήταν ντυµένη στην γαλανόλευκη. Δυστυχώς σήµερα οι θιασώτες της στυγνής Παγκοσµιοποιήσεως, επιθυµούν να µείνουν τα έθνη χωρίς αξίες και ιδανικά, να µείνουν ορφανά από ιστορία, για να γίνουν εύκολη και εύληπτη λεία της, και ένας πολτός που θα ζυµώνεται εύκολα. Θυµάµαι το έτος 1954 µαθητής του 5ου Δηµοτικού Σχολείου Τριπόλεως, το επονοµαζόµενον Φρειδερίκειον, µας είπε ο αείµνηστος Διευθυντής Κώστας Γεωργίου από το χωριό Δάρα Μαντινείας. 4 Παιδιά αύριο θα πάµε να υποδεχθούµε τα οστά των στρατιωτών µας που σκοτώθηκαν στην Κορέα. Να κρατάτε στα χέρια σας από µια µικρή Σηµαία. Τρέξαµε στο βιβλιοπωλείον του Τάση Καναβού, και αγοράσαµε χάρτινες και πάνινες. Την εποµένην το προαύλειον του Σχολείου µας γέµισε µε γαλανόλευκες. Είναι δυνατόν να ξεχαστούν εκείνες οι στιγµές; Όχι ποτέ. Γιατί µέσα στις φλέβες µας ρέει αίµα ελληνικό Ορθόδοξο. Ορµώµενος από χρέος επιτακτικόν µεν, αλλά αναγκαίον, και απότησι φόρου τιµής, προς το Εθνικό µας σύµβολον, οφείλω να παραθέσω δύο περιστατικά στα οποία αποτυπώνεται το µέγεθος της γενναιοψυχίας δύο Ελλήνων παλληκαριών µπροστά στην Σηµαία. Έτος 1955. Άρχιζε ο µεγάλος ηρωϊκός αγώνας στην Κύπρον, ενάντια στην Αγγλική αποικιοκρατία. Στις 7 Φεβρουαρίου 1956, ξεσηκώνεται η νεολαία σε εκδήλωση. Ο Πέτρος Γιάλλουρος αριστούχος µαθητής τελειόφοιτος Γυµνασίου, πρώτος µε τη γαλανόλευκη στο χέρι. Για µιάς ένα βόλι από Άγγλον στρατιωτικόν τον βρίσκει στην καρδιά. Πριν εκπνεύσει πρόφθασε και είπε: Χτυπήθηκα λίγο. Ευτυχώς µπόρεσα να διασώσω το Ιερόν σύµβολον που κρατούσα "Ζήτω η ένωσις''. (Περιοδικόν, Προς τη ΝΙΚΗ τεύχος 758). Ένας άλλος µεγάλος ήρωας και πατριώτης, ο Κωνσταντίνος Κουκίδης, ο ξεχασµένος και αδικηµένος Νεοεθνοµάρτυρας, Εύζων φρουρός της Ελληνικής Σηµαίας εις την Ακρόπολιν. Την 27ην Απριλίου 1941, συνεταράχθη µε την είσοδον των Γερµανών στην Αθήνα την 8ην πρωϊνήν. Στις 8.45 το πρωί δύο αξιωµατικοί, ο Peter Jacobs και Georg Elsnits υπέστειλαν την Ελληνικήν Σηµαίαν και ύψωσαν την σβάστικα. Ο Κουκίδης για να µην πέσει στα µυαρά χέρια των κατακτητών το Εθνικό µας σύµβολον, ετυλίχθη µε την γαλανόλευκον, και αυτοθυσιάσθη πίπτων από ύψους 60 µέτρων από τον Ιερόν βράχον της Ακροπόλεως, βάφοντας µε το τίµιον αίµα του το Εθνικό µας σύµβολον. Εκτιµώντας την θυσίαν του Έλληνος στρατιώτου, ο Γερµανός φρούραρχος, έδωσε διαταγή να υψώνεται εις την Ακρόπολιν, και η Ελληνική Σηµαία δίπλα εις την Γερµανικήν. Δύο µήνες αργότερα ο ξένος τύπος έγραφε: “ A Greek carries his flag to the death”. Ένας Έλληνας φέρει την Σηµαίαν του έως τον Θάνατον. (Φωτεινή Γραµµή, τεύχος 47ον) Αν και πέρασαν οι δεκαετίες, οι Ελληνικές Κυβερνήσεις, δεν απέδωσαν τον δίκαιον σεβασµόν προς τον ήρωα Νεοεθνοµάρτυρα. Ευτυχώς τα τελευταία έτη η Πανελλήνια Ένωσις Ποντίων, και ο Σύλλογος Εφέδρων Ευζώνων, τιµούν την µνήµην του µε Θείαν Λειτουργίαν και Ιερόν Μνηµόσυνον εις τον Ιερόν Ναόν Αγίου 5 Νικολάου Ραγκαβή, κάτωθεν της Ακροπόλεως, µε οµιλία και κατάθεσιν στεφάνου στην προτοµή του. Έρχεται τώρα δυστυχώς ένας τέως Υπουργός Δικαιοσύνης, και βουλευτής του Σύριζα κ. Παρασκευόπουλος και όλως ανερυθριάστως, δήλωσε µε την απάδουσα συµπεριφορά του στο Ελληνικόν Κοινοβούλιον, ότι τάσσεται υπέρ της αποποινικοποιήσεως του καψίµατος της Ελληνικής Σηµαίας. Κύριε βουλευτά, µε τις έωλες και ανοίκειες φράσεις σας τραυµατίζετε τις αγνές ψυχές των Ελληλοπαίδων. Λίγη αιδώ δεν βλάπτει. Βαστείχτε τα αισθήµατα µισέλληνος και αρνησιπάτριδος για τον εαυτό σας. Τιµή και σεβασµόν λοιπόν στην Σηµαίαν µας, την οποίαν οι Έλληνες πολεµισταί, των Αγώνων του Έθνους υπερασπίστηκαν ακόµη και µε την ίδια τους τη ζωή. Άξιον σεβασµού και µνήµης στον Έλληνα Στρατιώτη, όταν στην οπισθοχώρισιν από το Αλβανικόν µέτωπον του Έπους 1940, δεν εγκατέλειψε την Πολεµικήν Σηµαίαν, αλλά την έφερε σφιχτά στην αγκαλιά του, και την παρέδωσε εις το δοξασµένον και δαφνοστεφανοµένον 11ον Σύνταγµα Πεζικού Τριπόλεως, όπου φυλάσσεται µέχρι σήµερα. Ο Ελληνικός λαός οφείλει απαρεγκλίτως, να µένει πιστός στις παραδόσεις του, στα ήθη και τα έθιµα, τιµητής στην αιµατοβαµµένη Γαλανόλευκη. Έλληνες Πατριώτες Μας καλεί η φιλτάτη ηµών Πατρίς. Ας κρατήσωµεν ψηλά τις Σηµαίες, δίδοντας ένα γερό µάθηµα , σε όσους επιβουλεύονται την Εθνική µας Ανεξαρτησία, και την εδαφική µας ακεραιότητα. Μας καλούν οι ηρωϊκές θυσίες των προγόνων µας. Μας καλούν οι Νεοµάρτυρες και Εθνοµάρτυρες. Μας καλούν οι ήρωες του Έπους 1940. Μας καλούν οι µύσται του πνεύµατος. Για µια Ελλάδα περήφανη και δυνατή. Εδώ λαµβάνει χώρα το: ≪φύλακες γρηγορείτε≫.
Tags:
ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Δημοσίευση σχολίου