Μέ κάθε λαμπρότητα καί θρησκευτική κατάνυξη ἑορτάστηκε ἡ Ἑορτή τῆς
Ἀποδόσεως τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τήν 22α καί 23η Αὐγούστου 2017,
στήν σεβασμία καί Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας τῆς Μαλεβῆς στόν Ἅγιο Πέτρο τῆς
Κυνουρίας.
Τό ἑσπέρας τελέσθηκε Μέγας Πανηγυρικός Ἑσπερινός μέ Ἀρτοκλασία.
Ἀνήμερα τῆς Ἑορτῆς, Τετάρτη 23 Αὐγούστου 2017, ὁ Σεβασμιώτατος
Μητροπολίτης Μαντινείας καί Κυνουρίας κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ προεξῆρχε τῆς
Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου, τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στό Καθολικό τῆς ὡς ἄνω
Ἱερᾶς Μονῆς καί συμμετεῖχε στήν ἱερά Λιτανεία, πού ἀκολούθησε, πέριξ αὐτῆς,
μέ τή συμμετοχή Ἱερέων, ἀλλά καί μέ μεγάλη προσέλευση εὐλαβῶν
προσκυνητῶν, ἀρχόντων καί κατοίκων τῆς γύρω περιοχῆς, πού ἔφτασαν μέ
κάθε τρόπο στήν ἑορτάζουσα Ἱερά Μονή Μαλεβῆς ἀπό ὅλα τά μήκη καί πλάτη
τῆς γῆς.
Εὐχόμαστε ἡ μυροβλήζουσα Παναγία τῆς Μαλεβῆς νά σκέπει καί νά
προστατεύει πάντας καί νά χαρίζει μακροημέρευση στήν Καθηγουμένη
Παρθενία Μοναχή καί τήν περί αὐτήν ἀδελφότητα.
Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΛΕΒΗΣ
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ – ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
Ἡ Ἱερά Μονή Κοίμησεως τῆς Θεοτόκου ἤ Μαλεβή μαζί μέ τήν Μονή
Λουκοῦς καί τήν Ἕλωνα εἶναι ἕνα ἀπό τά τρία πιό φημισμένα Μοναστήρια τῆς
Κυνουρίας.
Εἶναι κτισμένη στίς πλαγιές τοῦ Πάρνωνα σέ ὑψόμετρο 920 μέτρων. Τό
βουνό τοῦ Πάρνωνα ὀνομάστηκε «Δεύτερο Ἅγιο Ὅρος» ἤ «Ἅγιον Ὅρος τῆς
Νότιας Ἑλλάδας», γιατί σέ αὐτό μετοίκισαν ἐπί Κωνσταντίνου Πωγωνάτου (668-
685) ἐκχριστιανισθέντες κάτοικοι ἀπό τόν Ἄθω, ἀλλά καί γιατί κανένα ἄλλο
ἑλληνικό βουνό δέν παρουσιάζει τόσο μεγάλη συγκέντρωση Μοναστηριῶν.
Ἡ Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου βρίσκεται σέ μία πλαγιά γεμάτη ἔλατα,
στό Ξεροκάμπι τῶν Ἁγιοπετριτῶν, στήν περιοχή τοῦ Ἁγίου Πέτρου καί σέ
ἀπόσταση 8 χιλιομέτρων ἀπό τήν κωμόπολη. Ἀπέχει ἀπό τήν Τρίπολη 47 χλμ.
καί ἀπό τό Ἄστρος 30 χλμ.
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Ἡ Μονή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ὀφείλει τήν ὀνομασία της στήν
ψηλότερη κορυφή τοῦ Πάρνωνα, πού εἶναι γνωστή ὡς «Μαλεβός», ἐπειδή τό
Μοναστῆρι ἦταν παλαιότερα κτισμένο στήν τοποθεσία «Κανάλοι», κοντά στήν
κορυφή τοῦ Μαλεβοῦ. Ἔτσι ἡ «Παναγία τοῦ Μαλεβοῦ» ἔγινε σιγά-σιγά ἡ
«Παναγία ἡ Μαλεβή» ἤ ἁπλά «Μαλεβή». Γιά τήν ἐτυμολογική προέλευση τῆς
λέξης «Μαλεβός» ὑπάρχουν πολλές ἀπόψεις. Ἄλλες ὑποστηρίζουν τή σλαβική
καί ἄλλες τήν ἀλβανική καταγωγή της. Στή σλαβική γλῶσσα ὑπάρχει ἡ λέξη
male = βουνό καί ἡ κατάληξη -εβος, -οβος χρησιμοποιεῖται ὡς δηλωτικό τόπου.
Μερικοί ἀκόμη τή συσχετίζουν μέ τό «Μαλέας, Μαλεός, ἤ Μαλεάτας Πάν». Ὁ Μ.
Δέφνερ ἀναφέρει ὅτι ἡ ρίζα «μαλ» σημαίνει «βουνό».
Στόν Ἡσύχιο «μάλα» σημαίνει «βούνισμα» καί «μάλεοι», «ὄρειοι». «Μάλι»
σημαίνει «βουνό» καί στήν ἀλβανική. Καί, σύμφωνα πάλι μέ τόν Δέφνερ, τό
ὄνομα «Μαλεβός» δέν εἶναι σλαβικό, ἀλλά προῆλθε ἀπό τό ἀρχαῖο «Μαλεός».
Σχετικά δέ μέ τό τοπωνύμιο «Αὐγό», ἀναφέρεται ὅτι αὐτό εἶναι πολύ
συχνό στόν ἑλληνικό χῶρο καί δίνεται σέ γυμνές βουνοκορφές, σέ γυμνά
ὀξυκόρυφα νησιά, ἀλλά καί σέ γυμνό χωράφι (Μάνη). Στή Βόρειο Ἤπειρο
ἔλεγαν «Βέ» (=αὐγό) τή γυμνή κορφή. Τό «μαλεβέ» σημαίνει γυμνή κορφή σάν
αὐγό. «Μαλεβό», ἐκτός ἀπό τόν Πάρνωνα, λένε καί τό Ἀρτεμίσιο στήν
Ἀργολίδα.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ - ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ
Ἄν ἀποδεχτοῦμε ὅτι ἡ χρονολογία ἱδρύσεως τῆς Μονῆς Μαλεβῆς
ταυτίζεται μέ τήν ἵδρυση τῶν ἄλλων κοντινῶν Μοναστηριῶν, πρέπει νά τήν
τοποθετήσουμε χρονολογικά τουλάχιστον στό 1000 (ἀρχές 11ου αἰῶνα). Γιά τήν
παλαιότερη ἱστορία τῆς Μονῆς καί τήν πρώτη ἀνοικοδόμησή της δέν ἔχουμε
καμία ἱστορική μαρτυρία, παρά μόνο τόν θρῦλο καί τήν παράδοση γιά τήν
διάλυσή της. Ἡ πιό παλιά χρονολογία στήν ἱστορία τῆς Μαλεβῆς εἶναι αὐτή πού
ἀναγράφει ὁ Κοφινιώτης, χωρίς νά τήν τεκμηριώνει: τό ἔτος 717. Τήν ἴδια
ἀναφέρει καί ὁ Δαλέζιος.
Ἡ σημερινή Μονή ἱδρύθηκε τό 1116 ἀπό τόν ἱερομόναχο Ἰωσήφ Καρατζά,
ὅπως μαρτυρεῖται ἀπό σχετική ἐπιγραφή: «Ἀνηγέρθη ἐκ βάθρων, διά κόπων καί
μόχθων πολλῶν τῶν Ὁσιοτάτων Ἱερομονάχων καί Ἰωσήφ Καρατζᾶ Ἡγουμένου,
ἀπό χωρίον Σίταινα - 1116». Χρονολογική ἔνδειξη ὑπάρχει καί στήν
ἐπαργυρωμένη εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία φέρει τήν τρίτη σέ
ἀρχαιότητα χρονολογία: 1362, ἐνῶ γιά τά ἑπόμενα χρόνια τῆς Φραγκοκρατίας
καί τῆς πρώτης Τουρκοκρατίας δέν ὑπάρχουν μαρτυρίες γιά τή Μονή.
Ἐπισημότερη μνεία τῆς Μαλεβῆς ὑπάρχει σέ χρυσόβουλλο τοῦ Ἀνδρόνικου
Παλαιολόγου πρός τή Μονή Θεοτόκου τοῦ Βροντοχίου τοῦ Μυστρᾶ τοῦ ἔτους
1320, τό ὁποῖο ἀναφέρεται σέ κτήσεις τῆς βασιλικῆς αὐτῆς Μονῆς, πού
περιῆλθαν στόν Ἡγούμενο Παχώμιο.
Κλιματολογικοί λόγοι ἐπέβαλαν τήν ἐγκατάλειψη τοῦ ἀρχικοῦ
Μοναστηριοῦ, ὅπως ἄλλωστε συνέβη καί σέ ἄλλες Μονές (π.χ. Μονή
Φιλοσόφου Δημητσάνας καί Ἁγίων Τεσσαράκοντα Λακωνίας). Ἡ μετακίνηση
αὐτή τῆς Μονῆς πρέπει νά τοποθετηθεῖ χρονολογικά στίς ἀρχές τοῦ 17ου
αἰῶνα. Οἱ Μοναχοί φρόντισαν ἡ νέα θέση τῆς Μονῆς νά μήν βρίσκεται ἐκτός
περιπτύξεως τοῦ Πάρνωνα. Βέβαια δέν ἀποκλείεται στή σημερινή θέση τῆς
Μονῆς νά λειτουργοῦσε τό ἐγγύτερο Μετόχι της καί τό 1616 νά εἶναι τό ἔτος
ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ του. Στό Μετόχι οἱ Μοναχοί εἶχαν τήν εὐχέρεια, λόγω τοῦ
ψύχους, νά κατεβαίνουν, ὥσπου μέ νέα κτίσματα σιγά-σιγά τό μετέβαλαν σέ νέα
Μονή σέ ἀντικατάσταση τῆς παλαιᾶς. Ἄλλο Μετόχι κατεῖχε ἡ Μονή σέ θέση ὄχι
μακρινή, κοντά στό χωριό Πλάτανος, ὅπου ἀργότερα συστήθηκε ἡ νέα Μονή
τῆς Σέλας. Γιά τήν σύσταση τοῦ Μετοχῖου αὐτοῦ καί τήν ἵδρυση Ναοῦ ἔλαβαν οἱ
Μαλεβίτες Μοναχοί ἄδεια ἀπό τίς τουρκικές ἀρχές τό 1017, ἔτος Ἐγίρας, πού
ἀντιστοιχεῖ στό ἔτος 1609.
Στήν παλαιά Μονή, πού ἦταν ἀνδρώα, μόνασαν γιά μικρότερο ἤ
μεγαλύτερο διάστημα σπουδαῖοι ἄνδρες. Ἀνάμεσά τους ξεχωρίζει ὁ ἅγιος
Νεῖλος ὁ Μυροβλήτης, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τό χωριό Ἅγιος Πέτρος, ἐκάρη
Μοναχός στή Μαλεβή τό ἔτος 1616, ἀσκήτευσε ἐπί 15 χρόνια στή θέση
Πουρνάρια, πιό πάνω ἀπό τή Μονή καί κατόπιν ἀναχώρησε γιά τό Ἅγιο Ὅρος,
ὅπου σέ ἡλικία μόλις 50 ἐτῶν «ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ» (12 Νοεμβρίου 1651).
Ἐτάφη στό σπήλαιο ὅπου ἀσκήτευσε καί ὅπου ἀνέβλυσε μύρο. Στό σπήλαιο,
στή θέση Πουρνάρια, ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἀνήγειρε πρός τιμήν του
Παρεκκλήσιο. Στίς Μονές τοῦ Μαλεβοῦ ἀσκήτευσαν ἐπίσης καί ἁγίασαν ὁ
Γεώργιος ὁ ἐν Μαλεῷ, ὁ Λεωνίδας καί οἱ Ζάκχος καί Βάκχος.
Κατά τήν περίοδο τῆς Ἐνετοκρατίας ἡ Μονή τῆς Μαλεβῆς εὐημεροῦσε.
Τήν εἰκόνα τῆς ἑνετικῆς κατακτήσεως δίνει ὁ Ἡγούμενος Μαγνέντιος μέ γραπτή
ἀναφορά του πρός τήν ἐξουσία μέ τήν ἡμερομηνία 12 Σεπτεμβρίου 1696,
χαρακτηρίζοντας τό Μοναστῆρι ὡς «κείμενο στήν περιοχή Ἀναπλίου στά μέρη
τῆς Τζακωνίας». Τό Μοναστῆρι, πού εἶχε σαφῆ διαμόρφωση, ἦταν
περιτοιχισμένο μέ μάνδρα, εἶχε 7 κελλιά Καλογήρων καί 3 «σπίτια», δηλαδή
μαγειρεῖο, τράπεζα καί χώρους γιά ζῷα. Οἱ Μοναχοί ἀνέρχονταν σέ ὀκτώ. Ἔξω
ἀπό τή Μονή ὑπῆρχε ἀμπέλι 30 στρεμμάτων, ἐνῶ γύρω ἀπό τό Μοναστῆρι
ὑπῆρχαν τρία Παρεκκλήσια. Ἐπίσης, διέθετε Μετόχια στό Ξεροκάμπι, στόν
Ραγκαβά, στόν Ἅγιο Πέτρο, στόν Πλάτανο, στόν «Τζακώνικο αἰγιαλό», στόν
Κάμπο καί στίς Ρουσιές, στήν περιοχή τοῦ Μυστρᾶ, στό χωριό Ποταμιά καί στήν
περιοχή τοῦ αἰγιαλοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη. Οἱ Μοναχοί ἐπεξηγοῦν ὅτι ἀπέκτησε ἡ
Μονή τήν περιουσία αὐτή ἀπό ἀφιερώσεις χριστιανῶν «ἀπό τό παλαιόν, διά
ψυχικήν τους σωτηρίαν» καί γιά νά δικαιολογήσει ὁ Μαγνέντιος ὅτι δέν ὑπῆρχαν
τίτλοι ἰδιοκτησίας, ἰσχυρίζεται ὅτι κάηκαν ὅλα τά «χαρτιά» ἐπί Τουρκοκρατίας,
μετά τήν Ἄλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τήν ἐγκατάσταση τῶν Τούρκων
σέ ὁλόκληρη τήν Πελοπόννησο.
Σημαντικός σταθμός στήν ἱστορία τῆς Μαλεβῆς ὑπῆρξε τό
κλεφταρματολικό ἐπεισόδιο, πού ἔλαβε χώρα στό Μοναστῆρι τό 1786. Μόλις
εἶχαν ἡσυχάσει τά πράγματα μετά τήν ἀποτυχία τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ Ὀρλώφ
τό 1770 καί τῶν ἀλβανικῶν βιαιοπραγιῶν τῆς δεκαετίας πού ἀκολούθησε, ἡ
Μονή τῆς Μαλεβῆς παρεῖχε εὐκολία σέ κλεφταρματολικά σώματα ἀντίστασης
γιά ἀνεφοδιασμό, ὅπως τοῦ Ζαχαριᾶ ἀπό τή λακωνική Μπαρμπίτσα καί τοῦ
Θανάση Καράμπελα ἀπό τά Βέρβενα. Τό αἱματηρό ἐπεισόδιο τοῦ 1786 εἶχε ὡς
ἀποτέλεσμα τήν ἐξόντωση τοῦ τουρκικοῦ στρατιωτικοῦ σώματος, μέ τίμημα
ὅμως τά ἀντίποινα εἰς βάρος τῆς Μονῆς. Πρωταγωνιστής στήν πρώτη φάση
ὑπῆρξε ὁ Ζαχαριάς, ὁ ὁποῖος εἶχε φονεύσει ἐπιφανῆ Τοῦρκο, τόν Λουμάνη, γιατί
φερόταν σκληρά καί πιεστικά πρός τούς χριστιανούς τῆς περιοχῆς τοῦ Ἁγίου
Πέτρου. Σέ καταδίωξη τοῦ Ζαχαριᾶ κινήθηκε τουρκικό ἀπόσπασμα καί τόν
ἐντόπισε πολύ κοντά στή Μονή, στή θέση Ταρμίρι, ὅπου συμπολεμοῦσαν μέ
τόν ἀρχικλέφτη Μπαρμπιτσιώτη ὁ Θανάσης Καράμπελας καί Μοναχοί τῆς
Μαλεβῆς.
Μετά τή νίκη ὅμως οἱ Τοῦρκοι ἀντεκδικήθηκαν. Σκότωσαν Μοναχούς καί
ἔκαψαν τό Μοναστῆρι στίς 8 Μαΐου 1786. Τό 1791 ἡ Μονή βρίσκεται καί πάλι σέ
λειτουργία, παρά τήν ὅλη καταστροφή καί τό 1792 εἰσέρχεται σέ αὐτήν ὁ
Καλλίνικος Τσαμούρης ἐπί τῆς ἡγουμενίας τοῦ ὁποίου σημειώθηκε ἀκμή. Ὁ
Τσαμούρης, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τόν Ἅγιο Πέτρο, ὑπῆρξε στέλεχος τῆς
Φιλικῆς Ἑταιρείας καί εἶχε μετατρέψει τό Μοναστῆρι σέ πραγματικό νοσοκομεῖο.
Ἐδῶ μάλιστα φιλοξενήθηκε γιά ἀνάρρωση ἀπό φυματίωση ὁ πρίγκιπας
Δημήτριος Ὑψηλάντης.
Κατά τά ἑπόμενα κρίσιμα χρόνια, πρίν καί κατά τή διάρκεια τῆς Ἑλληνικῆς
Ἐπαναστάσεως, ἡ Μονή προσέφερε μεγάλες ὑπηρεσίες στούς δεινοπαθοῦντες
κατοίκους τῆς περιοχῆς καί στούς ἀγωνιστές, ἐνῶ ἡ λειτουργία «κρυφοῦ
σχολειοῦ» ἀποτέλεσε τή μοναδική διέξοδο γιά νά μάθουν τά ἑλληνόπουλα
γράμματα. Ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, πού χρησιμοποιοῦσε τή Μαλεβή ὡς
στρατηγεῖο καί ἐνίοτε ὡς νοσοκομεῖο, εἶχε μάλιστα ἀσφαλίσει στή Μονή τήν
οἰκογένειά του, ὅταν οἱ μισές ἑλληνικές δυνάμεις ἀποσύρθηκαν στόν Ἅγιο
Πέτρο. Τόν ἴδιο χρόνο ἡ Μαλεβή πυρπολεῖται ἀπό τόν Ἰμπραήμ. Ὅμως καί πάλι
ἀναγεννήθηκε ἐκ τῆς τέφρας, καθώς ἐξακολουθοῦσε νά διαθέτει καί Μοναχούς
καί ἀρκετά κτήματα (Μετόχι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους στό Καρακοβούνι, τῆς
Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό Σέλας κοινότητος Πλατάνου, τοῦ Ἁγίου
Γεωργίου).
Μιά σημαντική ἔκθεση τῆς Μονῆς πρός τόν ἔπαρχο τῆς Κυνουρίας μέ
χρονολογία 29 Ἰουλίου 1833 δίνει λεπτομερῆ περιγραφή τῶν κτηρίων, τῶν
κτημάτων, τῶν ζῴων καί τῶν μετοχιῶν της. Ἀρχίζει μέ τόν ὁρισμό τῆς θέσης τοῦ
Μοναστηριοῦ καί τήν ὀνομασία του ἀπό τόν Μαλεβό καί πληροφορεῖ ὅτι εἶναι
ἐνοριακό, μέ ἄγνωστη τήν χρονολογία ἵδρυσής του. Σύμφωνα μέ τήν ἔκθεση
λοιπόν, ὁ Ναός τῆς Μονῆς ἔχει κτητορική ἐπιγραφή τοῦ 1616. Μετά τήν
πυρπόληση ἀπό τόν Ἰμπραήμ ἐπισκευάστηκαν 14 κελλιά (οἰκίσκοι), ἀλλά τό
μαγειρεῖο, οἱ ἀποθῆκες καί τρία ἄλλα κτήρια πρός ἀνατολικά βρίσκονται σέ
ἄσχημη κατάσταση.
Χαρακτηριστικά ἀναφέρεται: «ἡ ἐκκλησία ἐμπρισθεῖσα μολονότι θολωτή»
ἐπισκευάστηκε μέ τάξη: τέμπλο σκαλιστό, εἰκόνες στασίδια, κ.ἄ. Ἔχει λείψανα,
πού δέν περιφέρονται ὅμως ἀπό τούς Μοναχούς της. Τά κτήματά της ἀνάμεσα
στόν Ἅγιο Πέτρο, στό Καστρί καί στό Καρακοβούνι εἶναι 390 στρ. χωράφια.
Μέ τόν καιρό ὅμως ἡ Μονή ἄρχισε νά παρακμάζει σέ σημεῖο τέτοιο, πού τή
δεκαετία τοῦ 1940 ἔφθασε στά ὅρια τῆς διαλύσεως, ἐξαιτίας τῆς ἐλλείψεως
Μοναχῶν καί τῆς καταστροφῆς ἀρκετῶν κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων ἀπό
βομβαρδισμό τῶν Γερμανῶν, ἐπειδή οἱ ἀντάρτες εἶχαν μετατρέψει τή Μονή σέ
νοσοκομεῖο.
Τό 1949 μέ Βασιλικό Διάταγμα ἡ Μονή μετατρέπεται ἀπό ἀνδρώα σέ
γυναικεία καί ἔκτοτε ἀκμάζει ἀνανεωμένη καί ἀνερχόμενη στή κοινή συνείδηση
ὡς Μονή καλά ὀργανωμένη, μέ τακτική λειτουργία καί μέσα στούς τύπους τῆς
παράδοσης. Στίς 20 Ἰουλίου 1949 ἡ ἡγουμένη Ἀνθοῦσα μέ δυό Μοναχές, πού
προέρχονταν ἀπό τή Μονή τῆς Ἐπάνω Χρέπας, ἐγκαθίστανται στό ἐρειπωμένο
Μοναστῆρι καί ἔκτοτε ἄρχισε ἀγῶνας γιά τήν ἀναστήλωση καί ἀνακαίνιση ὅσων
κτισμάτων ἦταν δυνατόν νά διατηρηθοῦν. Καθολικό, ἡγουμενεῖο, ξενῶνες,
τράπεζα, μαγειρεῖο, αὔλειος χῶρος, κ.ἄ. ἀπέκτησαν νέα ὄψη καί εὐπρεπίστηκαν
μέ τόν μόχθο τῶν Μοναζουσῶν, πού διαρκῶς αὐξάνονταν, τή μέριμνα τῶν
Ἡγουμενισσῶν Ἀνθοῦσας, Ἁγνῆς καί ἰδίως τῆς Παρθενίας Γιόβα καί τήν εὐλογία
τῶν Μητροπολιτῶν Προκοπίου, Γερμανοῦ καί Θεοκλήτου.
Τό 1968 ἀνηγέρθη Παρεκκλήσιο πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Νείλου καί
τοποθετήθηκαν τίμια λείψανά του, πού μεταφέρθηκαν ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος.
Τό 1973 ἠλεκτροδοτήθηκε ἡ Μονή, τοιχογραφήθηκε τό Καθολικό,
κατασκευάστηκε ὑδραγωγεῖο (ἀπό τό Γκαγκάδι ὡς τή Μαλεβή), ἀναστηλώθηκε
τό Μετόχι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους στό Κορακοβούνι καί ἐκχερσώθηκαν τά
ἐγκαταλειμμένα κτήματα, πού ἔγιναν καλλιεργήσιμα. Τό 1993 ἀποπερατώθηκε
τρισυπόστατος Ναός, πού ἐγκαινιάστηκε ἐπίσημα τήν Κυριακή 14 Ἰουλίου 1996
ἀπό τόν Μητροπολίτη Μαντινείας καί Κυνουρίας Ἀλέξανδρο, ἐνῶ γιορτάσθηκαν
καί τά 880 χρόνια ἀπό τήν ἵδρυση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.
Σήμερα, τό προσωπικό της Μονῆς ἀποτελεῖται ἀπό δέκα Μοναχές μέ
Ἡγουμένη τή Μοναχή Παρθενία. Δέν ἔχει πιά μεγάλη περιουσία, ἐκτός ἀπό λίγα
κτήματα. Διατηρεῖ καί τό Μετόχι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους στό Καρακοβούνι.
Ὡστόσο, ἡ φιλοπονία τῶν Μοναχῶν -μέ τή βοήθεια καί τῶν δωρεῶν- διατηρεῖ τό
Μοναστῆρι σέ ἄνθηση καί διαρκῆ ἀνακαίνιση.
Ἡ Μαλεβή εἶναι ἕνα ἀπό τά πιό πολυσύχναστα Μοναστήρια τοῦ Μοριᾶ.
Χιλιάδες προσκυνητές συρρέουν ἀπό ὅλα τά σημεῖα τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ
ἐξωτερικοῦ γιά νά ἀσπαστοῦν τή μυροβλήζουσα καί θαυματουργό εἰκόνα τῆς
Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία μεταφέρθηκε ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος τόν 10ο αἰῶνα
καί κατά τήν παράδοση ἀποδίδεται στόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ. Στή Μονή
λειτουργεῖ ἔκθεση εἰδῶν χειροτεχνίας καί εὐλαβείας, καθώς καί ξενῶνας κατά
τούς θερινούς μῆνες.
ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ
Στήν πρόσοψη τοῦ παλαιοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς, πρός τή νοτιοδυτική
γωνία τῆς δυτικῆς πλευρᾶς, ὑπάρχει ἐντοιχισμένη πλάκα μέ τήν κτητορική
ἐπιγραφή (σέ μεγαλογράμματη γραφή καί πλῆθος ἀνορθογραφιῶν), ἡ ὁποία
ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«ΑΝΕΓΕΡΘΗΚΕΝ ΕΚ ΒΑΘΡΟΝ Ο ΘΙΟC
Κ(ΑΙ) ΠΑΝCΕΠΤΟC ΝΑΟC ΟΥΤΩC ΤΗC
ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ν ΘΕΩΜΗΤΟΡΟC ΤΗΣ ΕΠΟΝΩΜΑΖΟΜΕΝΗC
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟC ΜΑΛΕΒΗC ΔΙΑ ΚΟΠΩΝ Κ(ΑΙ) ΜΟΧΘΩΝ
1616 ΠΩΛΟΝ ΤΟΝ ΟCΗΟΤΑΤΟΝ ΥΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
Κ(ΥΡΙΟ)Υ ΙΟΣΙΦ ΚΑΡΑΤΖΑ ΤΟΥ ΑΠΟ ΧΟ
ΡΗΟ σΗΤΕΝΑ 1 Ρ 1 6»
Ἐπίσης, σῴζεται μία ἄλλη ἐπιγραφή, σέ μικρή πλάκα ἐντοιχισμένη δεξιά
ἀπό τήν εἴσοδο τῆς Μονῆς, κάτω ἀπό τό χαγιάτι, ἡ ὁποία ἀναφέρει:
«1 ω 3 7 (=1837)
Α β γ ο υ σ τ ο υ 99 (;29)
ΔΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡ[ΕΩΣ]
ΚΡΟΝ. ΙΟΑΝΟΥ
ΜΟΝΑΧΟΥ (;)
Τέλος, σέ βάση ἀρχαίας κολόνας ἀκόμη ἀναγράφεται:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ 1745»
METOXI
Ἅγιος Χαράλαμπος στό Κορακοβούνι.
Νοτιοδυτικά τῆς κορυφῆς τοῦ Μαλεβοῦ, βορείως τοῦ χωριοῦ Κορακοβούνι,
σέ ἀπόσταση μόλις δυό χιλιομέτρων ἀπό αὐτό, μέσα στόν εὔφορο κάμπο τοῦ
Ἁγίου Ἀντρέα ὑπάρχει τό Μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, πού ἀποτελεῖ
Μετόχι τῆς Μαλεβῆς.
Τό Μετόχι μέ τά κτήριά του ἔμοιαζε σάν ἀγρόκτημα. Δέν θά εἶχε ἀλλάξει
καί πολύ ἀπό τό 1833, σύμφωνα μέ τήν περιγραφή πού δίνει ὁ Ἡγούμενος τῆς
Μαλεβῆς. Σήμερα ἔχει δυό διώροφα κτήρια, ἀποθῆκες, στάβλους καί ὑπόστεγα.
Ἡ Ἐκκλησία του ἀνήκει στόν τύπο τῆς βασιλικῆς, μέ διαστάσεις 13,18 x 5,86
μέτρα, μέ μία ἡμικυκλική ἁψῖδα καί δίρριχτη στέγη. Τά ἀνοίγματά της (θύρα καί
παράθυρα) -ἀκόμη καί τοῦ Ἱεροῦ- ἦταν τετράγωνα. Τά διώροφα ὅμως κτήρια
τοῦ Μετοχιοῦ εἶναι πιό ἐπιβλητικά μέ παραδοσιακή ἀρχιτεκτονική, μέ σκάλες καί
θόλους ἀπό κάτω. Τά δυό αὐτά κτήρια μέ τίς ἀποθῆκες σχημάτιζαν ἕνα
τετράπλευρο συγκρότημα μέ αὐλή στή μέση. Στόν πρῶτο ὄροφο τοῦ κάθε
κτηρίου ὑπάρχει ἀπό μία ἐντοιχισμένη πλάκα πάνω ἀπό τή θολωτή του πόρτα,
πού ἔβγαζε στόν ἐξώστη του. Στό βόρειο κτήριο ὑπάρχει ἐπιγραφή, πού
ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«ΟΚΟΔΟΜΗΘΗ ΗΓΟΥΜΕ
ΝΕΥΟΝΤΟC ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΖΑΡΑ
ΚΟΒΙΤΟΥ CΥΜΒΟΥΛΩΝ ΓΡΗΓΟ
ΡΙΟΥ ΠΣΑΡΑΚΗ ΓΑΒΡΙΗΛ Α
ΚΟΚΑΛΙΑΡΗ ΕΝ ΕΤΕΙ 1872
ΜΕΤΟΧΙΟΝ ΜΑΛΕΒΗC»
Καί στό δυτικό κτήριο τῶν κελλιῶν ὑπάρχει μικρογράμματη ἐπιγραφή:
«Επι Χ.λ.λ νια καθηγουμενου
τυπικλην. ζωμουλης Δα
μιανού Μ. ωκοδομήθη ο νυν οικος
της μονής υης υπεραγιας Θεοτοκου
Μαλεβης μνησθιτη ΚΕ + Α Ω Θ
εν μ. Μαρτιω α΄
1809 γεωργιος βαρσαμης»
Μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι οἱ δύο ἐπιγραφές ἴσως ἀναφέρονται σέ
μερικές μόνο ἐπιδιορθώσεις καί ὄχι σέ ἀνοικοδόμηση.
+π.Ι.Σ
Δημοσίευση σχολίου