Μου προσφέρθηκαν όλα γενναιόδωρα. Ομορφιά, σπίτια, ταξίδια, λεφτά, πολλοί φίλοι και όποιον άντρα ήθελα. Όλοι με ζήλευαν, το ήξερα. Ήθελα να γίνω μοντέλο, αλλά δεν το κυνήγησα αρκετά, έκανα απλά κάποιες επαγγελματικές φωτογραφίσεις και αρκέστηκα σε αυτό προς το παρόν. Ήμουν μια φιλόδοξη και κακομαθημένη νέα.
Μια μέρα γυρνώντας σπίτι –και ενώ ήμουν μόλις είκοσι έξι χρονών- είχα ένα αυτοκινητικό δυστύχημα. Δεν κατάλαβα πώς και τι έγινε, είχα αποκοιμηθεί στη θέση του συνοδηγού. Βρέθηκα στο νοσοκομείο και όταν συνήλθα για αρκετές ώρες υπήρχε το απόλυτο κενό στο μυαλό μου. Ήμουν όμως ζωντανή και πήρα μεγάλη χαρά για λίγο, διότι μόλις αντιλήφθηκα ότι δεν αισθάνομαι τα πόδια μου με κυρίευσε ο πανικός και δεν δεχόμουν να το πιστέψω. Έκλαιγα ασταμάτητα και ευχόμουν να πέθαινα. Το ατύχημα με καθήλωσε τελικά σε αναπηρικό καροτσάκι.
Το συμβάν προκλήθηκε από αφηρημάδα του οδηγού που είχε την προσοχή του στο κινητό τηλέφωνο. Του έλεγα και του ξανάλεγα «γιατί δεν ήσουν υπεύθυνος; Τι σου φταίνε οι άλλοι να πληρώσουν την ανευθυνότητά σου; Έχεις να κάνεις με ανθρώπινες ζωές όταν οδηγείς. Σου αρέσει όπως με βλέπεις;» Με σκυμμένο το κεφάλι μου ζήταγε συγγνώμη αλλά το κακό είχε ήδη γίνει. Όσο και να του μιλούσα όμως το αποτέλεσμα δεν θα άλλαζε. Εκείνος ένιωθε τύψεις για όλη του τη ζωή και δεν μπόρεσε να οδηγήσει ξανά.
Με τον καιρό άρχισα να συνειδητοποιώ την κατάστασή μου. Έγινα ταπεινή και συμβιβάστηκα με τα απαραίτητα. Εκτίμησα τη ζωή και ανακάλυψα την ουσία της. Ίσως έτσι έπρεπε να γίνει για να καταφέρω να διορθώσω στοιχεία του χαρακτήρα μου και να καταλάβω ότι μόνο η υγεία χτίζει ένα γερό θεμέλιο για να είναι κανείς ευτυχισμένος και πως όσα λεφτά και να έχεις δεν μπορείς να την εξαγοράσεις κάποιες φορές.
«Πού είναι οι φίλοι σου;» με ρώτησε η μητέρα μου, «δεν με έχουν πια ανάγκη» της απάντησα. Όλοι είχαν εξαφανιστεί. Ποιος από αυτούς, της μεγάλης κοινωνικής ζωής που έκανα, θα ήθελε να είναι μαζί μου τώρα… Στην ουσία δεν είχα ποτέ κανέναν φίλο απλά τώρα το ανακάλυψα. Θλιβερό. Όμως έτσι είναι η ζωή. Φέρνει μεγάλες ανατροπές και μου αποκάλυψε άλλες πτυχές που δεν φανταζόμουνα καν. Δεν με πείραξε. Πάντα μόνη ήμουν απλά δε το είχα καταλάβει . Με ξεγελούσε η κοσμοσυρροή που είχα γύρω μου που αποδείχθηκε κούφια τελικά. Δε θέλω να βλέπω κανέναν τους. Τους σιχάθηκα αυτούς τους δήθεν, τους κενούς, τους άψυχους που θέλουν να αποκαλούνται «άνθρωποι». Ήμουν και εγώ έτσι αλλά έπρεπε να μου συμβεί κάτι τόσο δυνατό για να με ταρακουνήσει.
Και δεν με πόναγε τόσο που έμεινα παράλυτη ούτε η απουσία φίλων, αλλά που άφησα τη μισή μου ζωή σε ανούσιες ιδέες και μεγαλόπρεπα θέλω, χάνοντας το νόημα και τη γλύκα της απλότητας. Έτσι έμενα κλεισμένη στο σπίτι και η πιο μακρινή μου βόλτα ήταν στο μπαλκόνι. Χάζευα τη θέα, έστρεφα το βλέμμα μου προς τον ήλιο και κράταγα μια τελευταία ελπίδα πως κάποτε ίσως να καταφέρω να ξαναπερπατήσω…
Ξαφνικά μετά από κάποιο διάστημα αναρωτήθηκα τι θα απογίνω αν δεν αποκατασταθεί η βλάβη στα πόδια μου. Θα έχω σπαταλήσει και την υπόλοιπη ζωή μου στο τίποτα. Το πήρα απόφαση και συνέχισα τη ζωή μου με τα δεδομένα που είχα στα χέρια μου και πάλεψα να ζήσω φυσιολογικά. Άρχισα να βγαίνω, να κάνω κάποιες δραστηριότητες που ποτέ δε φανταζόμουν πως θα μπορούσα… Γνώρισα τύπους ανθρώπων, κάθε λογής. Ανακάλυψα πως ανάμεσά τους υπήρχαν και άνθρωποι με όλη τη σημασία της λέξης, που με εκτίμησαν γι’ αυτό που είμαι και με έβλεπαν αντάξιά τους. Έτσι απέκτησα φίλους, αληθινούς αυτή τη φορά!
Τώρα πια έμαθα να ζω με την διαφορετικότητά μου και νιώθω πλήρης γιατί δεν αντιλαμβάνομαι ότι είμαι στο περιθώριο ή υποδεέστερη από κάποιον άλλον και αυτό με κάνει πραγματικά ευτυχισμένη.
Δημοσίευση σχολίου