“Από αύριον οι Αθηναίοι και οι Πειραιείς θα πίνουν αγνό και ανέρωτο γάλα“, έγραφε η εφημερίδα “Ελεύθερον Βήμα” τον Ιανουάριο του 1935, με αφορμή τα εγκαίνια της ΕΒΓΑ, της πρώτης γαλακτοβιομηχανίας στην ιστορία της Ελλάδας.
Ένα μήνα μετά, τα “Αθηναϊκά Νέα” έπλεξαν το εγκώμιο της επιχείρησης με ένα δημοσίευμα που είχε τον τίτλο: “Καύχημα δια τον τόπον μας το παστεριωμένο γάλα ΕΒΓΑ“.
Ήταν η αρχή μίας από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στην ιστορία της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Ωστόσο, λίγοι γνωρίζουν ότι η ΕΒΓΑ ήταν το δημιούργημα τεσσάρων αδερφών μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας από το χωριό Βέρβενα στην Αρκαδία: των αδερφών Σουραπά.
Η “Μηχανή του Χρόνου” ερεύνησε και ανέδειξε την άγνωστη ιστορία των ανθρώπων που ίδρυσαν την Εθνική Βιομηχανία Γάλακτος και έφεραν το παστεριωμένο, δηλαδή το ακίνδυνο γάλα στην Ελλάδα.
Η ΕΒΓΑ έγραψε ιστορία, διότι άλλαξε καθοριστικά την ποιότητα, τον τρόπο κατανάλωσης και τη διανομή του προϊόντος.
Οι αδερφοί Σουραπά. Πηγή εικόνας: Αρχείο “Μηχανής του Χρόνου”
Το ταξίδι στις ΗΠΑ, η γνωριμία με τον Τζιμ Λόντο και η γειτνίαση με τον Αλ Καπόνε
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο δεκαπεντάχρονος Βασίλης Σουραπάς έφυγε από τα Βέρβενα και έγινε λαθρομετανάστης στις ΗΠΑ.
Για να μπορέσει να βγάλει τα προς το ζην, δούλευε ως πλανόδιος μανάβης στη Νέα Υόρκη. Έκανε διάφορες γνωριμίες, αλλά η πιο σημαντική ήταν εκείνη με τον διάσημο παλαιστή, Τζιμ Λόντο.
“Εκείνος του είπε “έλα στο Σικάγο, όπου είναι καλύτερες οι συνθήκες, θα κάνεις τη δουλειά, θα είμαστε παρέα και θα παλεύουμε και μαζί”“, ανέφερε στη “ΜτΧ” ο Ραφαήλ Μωυσής, γαμπρός του Βασίλη Σουραπά.
Ο Λόντος πράγματι μύησε τον Σουραπά στην τέχνη της πάλης. Στην ακόλουθη φωτογραφία, που προέρχεται από το προσωπικό αρχείο του Ραφαήλ Μωυσή, απεικονίζονται στο ρινγκ ο Βασίλης Σουραπάς στα αριστερά, ο Τζιμ Λόντος στο κέντρο και ο θρυλικός Δημήτριος Τόφαλος στα δεξιά.
Εκτός από φίλος του Λόντου, ο Βασίλης Σουραπάς υπήρξε και γείτονας του Αλ Καπόνε. Αυτό προέκυψε, επειδή η σύζυγος του Βασίλη Σουραπά, Αθηνά Στρατηγάκη είχε για φίλη και γειτόνισσα την Ιταλίδα μητέρα του διαβόητου γκάνγκστερ, Τερέζα.
Ο μικρός Αλ, λάτρευε τη Στρατηγάκη και ερχόταν ανελλιπώς κάθε Κυριακή και της έφερνε σοκολατάκια. Αργότερα ο Αλ μεγάλωσε και πήρε το δρόμο του…
Η Τερέζα Καπόνε μαζί με τον γιο της σε μικρή ηλικία. Πηγή εικόνας: Wikipedia
Από πλανόδιος φρουτοπώλης πετυχημένος επιχειρηματίας
Ένας πλανόδιος παγωτατζής ήταν το ερέθισμα που παρακίνησε τον Σουραπά να αφήσει τη μαναβική.
“Ενώ πουλούσε τα φρούτα στους δρόμους του Σικάγο, είδε ένα άλλο καροτσάκι πωλητή. Όμως, το καροτσάκι αυτό ήταν περίεργο, δεν ήταν ανοικτό. Πλησίασε τον παγωτατζή και του λέει “Τι είναι τούτο;” και εκείνος του απαντά “Δεν ξέρεις; Ice-cream”“.
Ο Σουραπάς δεν είδε το παγωτό, αλλά την ευκαιρία. Η εξέλιξη του ήταν ραγδαία. Ένας Ιταλός παγωτατζής τού έμαθε τη συνταγή και άρχισε να φτιάχνει και να πουλάει τα δικά του παγωτά.
Η εταιρεία που δημιούργησε ονομαζόταν National Ice Cream Corporation και σύντομα έγινε η πιο σημαντική βιομηχανία παραγωγής παγωτού στο Σικάγο.
Στην Αμερική μετανάστευσαν και τρία ακόμη αδέρφια του Βασίλη Σουραπά: ο Κώστας, ο Ηλίας και ο Γιώργος. Οι Αφοί Σουραπά εργάστηκαν σκληρά και τα κατάφεραν, αλλά η Αμερική δεν τους “σήκωνε”.
Η παλιννόστηση και η επένδυση που έγραψε ιστορία
Η αγάπη του Βασίλη Σουραπά για την πατρίδα, οι πιέσεις που ασκούσε η σύζυγός του και η άρνηση των Αμερικανών να της δώσουν υπηκοότητα ήταν οι βασικότεροι λόγοι που ώθησαν τα αδέρφια Σουραπά να επιστρέψουν στην Ελλάδα, αν και Βασίλης ήταν ικανοποιημένος από τη ζωή του εκεί.
Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, γύρισαν στην πατρίδα και επένδυσαν το αστρονομικό ποσό των 30 εκατομμυρίων δραχμών, για να δημιουργήσουν την πρώτη βιομηχανία γάλακτος της Ελλάδας.
Το εργοστάσιο, συνολικής έκτασης 10.000 τ.μ., ανοικοδομήθηκε στην περιοχή του Βοτανικού, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα. Η επιλογή της τοποθεσίας δεν ήταν τυχαία, διότι η περιοχή τότε ήταν γεμάτη από βουστάσια, συνεπώς η επιχείρηση είχε απευθείας πρόσβαση στην πρώτη ύλη.
Δημοσίευμα του Ιουνίου του 1934 που προαναγγέλλει τη δημιουργία του εργοστασίου των αδερφών Σουραπά στο Βοτανικό
Οι αδερφοί Σουραπά είδαν τα κενά που υπήρχαν ως προς τη σωστή συντήρηση και διανομή του γάλακτος στα νοικοκυριά και δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη την επιχειρηματική ευκαιρία που τους παρουσιάστηκε. Διέθεταν άλλωστε την εμπειρία και την τεχνογνωσία.
“Η ΕΒΓΑ είναι η πρώτη βιομηχανία που θα τυποποιήσει την παραγωγή γάλακτος Μέχρι τότε, οι αγρότες επιδίδονταν στο εμπόριο γάλακτος και πλούτιζαν από αυτό σε κάποιες περιοχές που ήταν κτηνοτροφικά ανεπτυγμένες“, είπε στη “ΜτΧ” ο ιστορικός Νίκος Γκιώνης.
Το κοινό ήταν επιφυλακτικό και καχύποπτο απέναντι σε καθετί καινούργιο και η ΕΒΓΑ μερίμνησε, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του.
Τον Ιανουάριο του 1935, φωτογράφισε το εργοστάσιό της και διαφήμισε το “αγνόν και ανόθευτον” γάλα της, “με όλας του τας βιταμίνας” και “προπαντός απηλλαγμένον απολύτως μικροβίων“.
Αυτό ήταν σημαντικό, γιατί το γάλα τότε ήταν το αίτιο για πολλές αρρώστιες. Η παστερίωση όμως ήταν η “απάντηση” στα μικρόβια του γάλακτος και έσωσε εκατομμύρια ζωές.
Η διαφημιστική καταχώρηση της ΕΒΓΑ στην εφημερίδα “Ακρόπολις” (Ιανουάριος 1935)
Τη δεκαετία του 1960, η ΕΒΓΑ καθιέρωσε πρώτη τις πλαστικές φιάλες γάλακτος μίας χρήσης, αντί για τις γυάλινες πολλαπλών χρήσεων. Δηλαδή μέχρι τότε, ο καταναλωτής επέστρεφε τη γυάλινη φιάλη, η οποία καθαριζόταν και τη ξαναγέμιζαν.
“Η πλαστική συσκευασία ήταν ωφέλιμη τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές. Οι μεν επιχειρήσεις αποκόμισαν οφέλη από τη μείωση του κόστους χρήσης των συσκευασιών, οι δε καταναλωτές κέρδισαν χρόνο, από το να επιστρέφουν τις συσκευασίες και να φροντίζουν για την καλή τους διατήρηση“, ανέφερε στη “ΜτΧ” ο Χρήστος Γκιώνης.
Τα παγωτά και οι σοκολάτες
Το καλοκαίρι 1936, η ΕΒΓΑ εισήγαγε για πρώτη φορά στην ελληνική αγορά το τυποποιημένο παγωτό ξυλάκι και κυπελάκι. Στην αρχή, μάλιστα, χρειάστηκε να πείσει τους καταναλωτές για την ποιότητά και την καταλληλότητά του, διότι το παγωτό χύμα θεωρείτο υπαίτιο για στομαχικές διαταραχές.
Η δυσπιστία κάμφθηκε και, χάρη στους πλανόδιους παγωτατζήδες, τα παγωμένα γλυκίσματα της ΕΒΓΑ κυριάρχησαν στην αγορά.
Μάλιστα η ΕΒΓΑ προσπάθησε να κατοχυρώσει την πατέντα ώστε να βγάζει μόνο αυτή ξυλάκι. Ο αντίπαλος δικηγόρος χρησιμοποίησε ως παράδειγμα το γλειφιτζούρι, για να αποδείξει ότι η ιδέα υπήρχε. Ο δικαστής συμφώνησε και ο ανταγωνισμός δούλεψε κανονικά.
Η ΕΒΓΑ ήταν η πρώτη που εισήγαγε στην ελληνική αγορά το τυποποιημένο παγωτό. Πηγή εικόνων: Αρχείο “Μηχανής του Χρόνου”
Στα μεταπολεμικά χρόνια, η ΕΒΓΑ διεύρυνε την γκάμα των προϊόντων της με ροφήματα κακάο και σοκολάτες, οι οποίες φτιάχνονταν από ειδικό Ελβετό σοκολατοποιό και γίνονταν ανάρπαστες, κυρίως από τα μικρά παιδιά.
Στο πέρασμα των ετών, τα ροφήματα κακάο και οι σοκολάτες προστέθηκαν στον κατάλογο των προϊόντων της ΕΒΓΑ. Πηγή εικόνων: Αρχείο “Μηχανής του Χρόνου”
Θραύση έκαναν και οι διαφημίσεις της ΕΒΓΑ, αρχικά στις εφημερίδες και, πολύ αργότερα, στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές έντυπες διαφημίσεις της ΕΒΓΑ. Αρχείο “Μηχανής του Χρόνου”
“Η ΕΒΓΑ της γειτονιάς”
H δυναμική πορεία της ΕΒΓΑ ανακόπηκε στα χρόνια της Κατοχής. Στο διάστημα αυτό, η γαλακτοβιομηχανία περιορίστηκε στην παρασκευή παστεριωμένου γάλακτος, η διανομή του οποίου γινόταν υπό τον έλεγχο του Ερυθρού Σταυρού και των κατακτητών.
Τη δεκαετία του 1950, η ΕΒΓΑ εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα μέσω μικρών συνοικιακών γαλακτοπωλείων και ζαχαροπλαστείων, τα οποία έμειναν στην ιστορία ως “η ΕΒΓΑ της γειτονιάς”.
Πουλούσαν παστεριωμένο γάλα σε πλαστικό μπουκάλι, γιαούρτι σε κεσεδάκια, βούτυρο σε πακέτο και τυποποιημένα παγωτά. Σύμφωνα με ανταποκρίσεις της εποχής, κάθε “ΕΒΓΑ της γειτονιάς” μετά βίας κάλυπτε τις ανάγκες του κοινού.
Επρόκειτο για έναν καινοτόμο τρόπο διαφήμισης και μάρκετινγκ, σε μια εποχή που ο όρος “franchising” ήταν άγνωστος. Βοήθησε, επίσης, την ΕΒΓΑ να συστήσει στο ελληνικό καταναλωτικό κοινό το μέχρι τότε άγνωστο προϊόν του παγωτού.
Ο θεσμός “η ΕΒΓΑ της γειτονιάς” ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής τη δεκαετία του 1950. Πηγή εικόνας: Αρχείο “Μηχανής του Χρόνου”
“Όλα τα πρατήρια “η ΕΒΓΑ της γειτονιάς”, που ήταν σημείο αναφοράς στα παιδικά μου χρόνια, δεν ήταν ιδιοκτησία της επιχείρησης.
Οι διάφοροι ιδιοκτήτες άνοιγαν το μαγαζί, υπέγραφαν συμφωνητικό συνεργασίας με το οποίο υποχρεούνταν να πωλούν αποκλειστικά μόνο τα προϊόντα ΕΒΓΑ, να έχουν ακριβώς τη διάταξη, την εμφάνιση, τη μορφή της επιγραφής και όλα να είναι τυποποιημένα“, συμπληρώνει ο Ραφαήλ Μωυσής.
Αργότερα, βέβαια, οι μαγαζάτορες άρχισαν να πωλούν και προϊόντα των ανταγωνιστών της ΕΒΓΑ, για να αποκομίζουν περισσότερα κέρδη.
Το brand name της, όμως, παρέμεινε ισχυρό, όσα χρόνια κι αν πέρασαν και παρά τις αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της. Οι ιδρυτές της εταιρείας παρέμειναν πάντα διακριτικοί και μόνο η πιάτσα γνώριζε το όνομά τους.
Το παρόν κείμενο αποτελεί τμήμα της μεγάλης έρευνας της “Μηχανής του Χρόνου” σχετικά με την ιστορία του γάλακτος και της συμβολής του στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, που προβλήθηκε στο Cosmote History και μπορείτε να το παρακολουθήσετε στην υπηρεσία on demand. Δείτε εδώ το τρέιλερ του επεισοδίου.
mixanitouxronou.gr
www.gargalianoionline.gr
Δημοσίευση σχολίου