Γράφει η Βάια Μανώλη: Σύμβουλος Εκπαίδευσης ΠΕ 70 Αρκαδίας PhD ΕΚΠΑ
Μουσείο: Ορίζοντας την έννοια
Ο όρος «Μουσείο» στην αρχαία Ελλάδα αναφερόταν στον ναό που ήταν αφιερωμένος στη λατρεία των Μουσών· κόρες του Δία και της Μνημοσύνης και προστάτιδες των τεχνών και των επιστημών. Ο χώρος προοριζόταν για έρευνα, συζητήσεις φιλοσοφικού περιεχομένου, την καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών, της φιλοσοφίας, της μουσικής, της ποίησης και του χορού (Άλκηστις, 1996).
Η διαδρομή που έχει διανύσει το Μουσείο από την εποχή των κλειστών συλλογών στα ανοιχτά στο ευρύ κοινό ιδρύματα είναι μεγάλη και σχετίζεται με τον εκδημοκρατισμό των κοινωνιών.
Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων / ICOM το «Μουσείο» ορίζεται ως «ένας οργανισμός μόνιμος, μη κερδοσκοπικός, στην υπηρεσία της κοινωνίας, ο οποίος ερευνά, συλλέγει, συντηρεί, ερμηνεύει και εκθέτει τεκμήρια υλικής και άυλης κληρονομιάς. Ανοιχτά και προσβάσιμα στο κοινό, χωρίς αποκλεισμούς, τα μουσεία προάγουν την ποικιλομορφία και την αειφορία. Λειτουργούν και επικοινωνούν με επαγγελματική δεοντολογία και με τη συμμετοχή των κοινοτήτων, προσφέροντας ποικίλες εμπειρίες με σκοπό την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία, τον αναστοχασμό και τη διάδοση της γνώσης» (Καταστατικό ICOM, 2022).
Η ανάδειξη του ρόλου του Μουσείου
Η ίδρυση του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων /ICOM ως Μη Κυβερνητικού Οργανισμού έγινε τον Νοέμβριο του 1946 μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρωτοστάτησαν επαγγελματίες – αρχαιολόγοι, ιστορικοί, συντηρητές, μουσειολόγοι, κ.ά. επαγγελματίες στον χώρο των μουσείων, οι οποίοι θέλησαν να εκφράσουν την αγωνία τους για την παγκόσμια κληρονομιά μετά τον καταστροφικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αποστολή του ICOM είναι η επισήμανση και η αντιμετώπιση των προβλημάτων των μουσείων και των εργαζομένων σε αυτά, καθώς και η ανάπτυξη του κλάδου της μουσειολογίας. Για τον σκοπό αυτόν έχουν συσταθεί 30 Διεθνείς Επιτροπές που εργάζονται σε συγκεκριμένα αντικείμενα, π.χ. αρχιτεκτονική μουσείων, συντήρηση, εκπαίδευση, κ.ά. και στις οποίες μπορούν να συμμετέχουν όσα μέλη επιθυμούν.
Η προσπάθεια του ICON υποστηρίχτηκε από την UNESCO και από το 1951 ξεκίνησαν από κοινού το πρόγραμμα «Σταυροφορία των Μουσείων», που αποτέλεσε μια σημαντική αναγνώριση του εκπαιδευτικού ρόλου των μουσείων. Με το ίδιο σκεπτικό και για την ανάδειξη του ρόλου των μουσείων στη σύγχρονη κοινωνία, το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων /International Council of Museums (ICOM) καθιέρωσε από το 1977 τη 18η Μαΐου ως Διεθνή Ημέρα Μουσείων.
Με τον αριθμό των μουσείων να αυξάνεται και τη θεματολογία τους να επεκτείνεται στον 20ο αι., ξεκινά η χρυσή εποχή των μουσείων. Τίθενται εκ νέου τα θέματα της αποστολής και της φιλοσοφίας του μουσείου ως θεσμού, το επίκεντρο της προσοχής του στρέφεται από τα εκθέματα στο κοινό ενώ γίνεται προσπάθεια να αποκτήσει ενεργό ρόλο στη ζωή της κοινότητας (Αθανασοπούλου κ.ά., 2002).
Μουσεία και Εκπαίδευση
Τα μουσεία αποτελούν εν δυνάμει χώρο μάθησης και εκπαίδευσης για όλους (Φιλιππουπολίτη, 2015).
Η σύνδεση των μουσείων με τη δια βίου μάθηση και τον ελεύθερο χρόνο των ανθρώπων έδωσε άλλη δυναμική και βοήθησε να αγκαλιάσει περισσότερες και διαφορετικές ομάδες κοινού. Το μαθητικό κοινό, με το οποίο συνδέθηκαν περισσότερο από την αρχή, συνεχίζει να αποτελεί βασικό αποδέκτη του εκπαιδευτικού έργου των μουσείων και συνεισφέρει σημαντικά στην αύξηση της επισκεψιμότητας των μουσείων αλλά και την προετοιμασία του μελλοντικού κοινού τους (Κακούρου – Χρόνη, 2005).
Το μουσείο αποτελεί ένα ιδιαίτερο περιβάλλον μάθησης το οποίο παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις από τα άλλα περιβάλλοντα όπως το σχολείο και το πανεπιστήμιο, καθώς υιοθετεί τις πλέον σύγχρονες προσεγγίσεις για τη μάθηση. Πρωταρχικό ρόλο έχουν τα αντικείμενα και η βιωματική προσέγγιση του υλικού πολιτισμού με τη συμμετοχή όλων των αισθήσεων και με την προσωπική δημιουργική δραστηριότητα (Νικονάνου, 2010). Αποτέλεσμα, ο μαθητευόμενος να βρίσκεται στο επίκεντρο της διαδικασίας και να επιδιώκεται η συμμετοχή του και η διάδραση με τα μουσειακά εκθέματα προκειμένου καθένας να οδηγηθεί στη δόμηση του δικού του προσωπικού νοήματος.
Εξαιρετικά σημαντικός αναδεικνύεται ο ρόλος των Νέων Τεχνολογιών οι οποίες μπορούν να υποστηρίξουν εναλλακτικές μορφές διδασκαλίας και να διευκολύνουν τη μάθηση μέσα από τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ελκυστικού και πλούσιου σε ερεθίσματα (Τζιμογιάννης, 2007).
Μουσεία, Αειφορία και Ποιότητα Ζωής
Κάθε χρόνο για την ημέρα εορτασμού επιλέγεται ένα συγκεκριμένο θέμα που σχετίζεται με τα μουσεία και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Με τον πλανήτη να βρίσκεται σε ένα κρίσιμο μεταίχμιο αναφορικά με τη βιωσιμότητά του, το φετινό θέμα επιλέχτηκε να είναι «Μουσεία, Αειφορία και Ποιότητα Ζωής». Αποσκοπεί στην ανάδειξη του ρόλου αλλά και της δύναμης των μουσείων στη συμβολή για επίτευξη των στόχων της αειφορίας και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής της κοινωνίας με την επικέντρωση σε θέματα τα οποία περιλαμβάνονται στους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών: Στόχος 3: Παγκόσμια υγεία και ποιότητα ζωής – Στόχος 13: Δράση για την κλιματική αλλαγή και Στόχος 15: Ζωή στη Γη – Προστασία της βιοποικιλότητας.
Όπως επισημαίνεται στο ψήφισμα του ICOM «Για τη βιωσιμότητα και την υλοποίηση της Ατζέντας του 2030, Μεταμορφώνοντας τον κόσμο μας» (Κιότο 2019), τα μουσεία μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός βιώσιμου μέλλοντος μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων, εκθέσεων, τοπικών δράσεων και έρευνας (πηγή: https://icom-greece.mini.icom.museum).
Συνοψίζοντας, στη σύγχρονη κοινωνία, το μουσείο καλείται να ανοίξει νέους ορίζοντες, να οδηγήσει τα άτομα – και ειδικά τα νεαρά, στη διαμόρφωση νέων ιδεών με σκοπό την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος. Αναδεικνύοντας την πολιτιστική αλλά και τη φυσική κληρονομιά και τη σύγχρονη δημιουργία, μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, προωθώντας τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης.
Βιβλιογραφικές αναφορές
• Αθανασοπούλου Α., Γλύτση Ε., Χαμπούρη-Ιωαννίδου Αικ., (2002). Οι Διαστάσεις των πολιτιστικών φαινομένων, Τόμοι Β’ & Γ’, Πάτρα, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
• Άλκηστις, (1996). Μουσεία και Σχολεία, Δεινόσαυροι και Αγγεία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
• Κακούρου-Χρόνη Γ. (2005). Μουσείο – Σχολείο: αντικριστές πόρτες στη γνώση. Αθήνα: Πατάκη.
• Ματσαγγούρας Η. (2004). Η διαθεματικότητα στη σχολική γνώση. Αθήνα: Γρηγόρη.
• Νικονάνου Ν. (2010). Μουσειοπαιδαγωγική: από τη θεωρία στη πράξη. Αθήνα: Πατάκη.
• Τζιμογιάννης Αθ. (2007). Το παιδαγωγικό πλαίσιο αξιοποίησης των ΤΠΕ ως εργαλείο ανάπτυξης της κριτικής και δημιουργικής σκέψης, στο Β. Κουλαϊδής (επιμ.). Σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις για την ανάπτυξη κριτικής – δημιουργικής σκέψης, 333-354, Αθήνα: Ο.ΕΠ.ΕΚ.
• Φιλιππουπολίτη Α. (2015). Εκπαιδευτικές θεωρίες και μουσειακή μάθηση στο Ν. Νικονάνου (επιμ.) Μουσειακή Μάθηση και Εμπειρία στον 21ο αι., (27-49). Αθήνα: Κάλλιπος.
//amarysia.gr/
Δημοσίευση σχολίου