Το θαύμα του Ισραήλ με το νερό |
Έως το 2005, η κύρια πηγή νερού στο Ισραήλ ήταν η θάλασσα (έτσι ονομάζεται η λίμνη) της Γαλιλαίας. Το 2002, έπειτα από μια παρατεταμένη λειψυδρία, η χώρα αποφάσισε να προχωρήσει στην κατασκευή μεγάλων μονάδων αφαλάτωσης κατά μήκος των ακτών της. Οπως εξηγεί στην εφημερίδα kathimerini η Ολγα Σλέπνερ, από την Αρχή Υδάτων του Ισραήλ, μέσα σε δέκα χρόνια κατασκευάστηκαν στη χώρα πέντε μεγάλα εργοστάσια: το πρώτο το 2005 στο Ασκελον (115 εκατ. m3/έτος), ακολουθούμενο από το Παλμαχίμ το 2007 (90 εκατ. m3/έτος), τη Χαντέρα το 2010 (137 εκατ. m3/έτος), το Σορέκ το 2013 (150 εκατ. m3/έτος) και το Ασντόντ το 2015 (100 εκατ. m3/έτος).
Το μοντέλο που ακολούθησε το Ισραήλ για την τόσο ταχεία ανάπτυξη των υποδομών είναι η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα: όλες οι μονάδες αφαλάτωσης είναι ιδιωτικές (ανήκουν σε δύο εταιρείες) και κατασκευάστηκαν σε σύμπραξη με το δημόσιο (ΣΔΙΤ). Το συμβόλαιο περιλαμβάνει τη συντήρηση και λειτουργία των εργοστασίων για 25 έτη και την πώληση του νερού στο κράτος σε μια συγκεκριμένη τιμή (τη στιγμή αυτή, 0,50 ευρώ/κυβικό, από 0,70 πριν από πέντε χρόνια). Παράλληλα, εδώ και δεκαετίες η χώρα προχώρησε σε μια πολύ μεγάλη αναδιάταξη των υποδομών της, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ελλειμματικό ισοζύγιο του πλουσιότερου σε νερό Βορρά και εντελώς άνυδρου Νότου: δημιούργησε μέσω της κρατικής εταιρείας υδάτων Mekorot έναν «εθνικό μεταφορέα», ένα ενιαίο δίκτυο που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, επιτρέποντας και την ενιαία τιμολόγηση του νερού, από όποια πηγή και αν προέρχεται.
Ακολουθήστε τη fb σελίδα του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ
Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Σήμερα βρίσκεται υπό κατασκευήν το μεγαλύτερο εργοστάσιο αφαλάτωσης στον κόσμο στο Σορέκ με στόχο να λειτουργήσει το 2023, το οποίο θα παράγει 200 εκατ. m3/έτος. Επίσης σε διαδικασία διαγωνισμού βρίσκονται ακόμα δύο μονάδες, μία βόρεια της Χάιφα για επιπλέον 100 εκατ. m3/έτος και η επέκταση του Ασντόντ για επιπλέον 100 εκατ. m3/έτος. Με αυτόν τον τρόπο, αναφέρει η κ. Σλέπνερ, το Ισραήλ θα καλύψει με αφαλάτωση έως το 2026 το 100% των αναγκών ύδρευσης, από 80% σήμερα.
Πώς λειτουργούν όμως αυτές οι μεγάλες μονάδες αφαλάτωσης; Η επίσκεψη στη μονάδα της Χαντέρα (η οποία εξυπηρετεί περίπου 1,2 εκατ. πολίτες) δίνει την ευκαιρία να απαντηθούν αρκετές απορίες. «Το θαλασσινό νερό στην περιοχή μας έχει υψηλή αλατότητα, περίπου 40.000ppm (μέρη διαλυμένων αλάτων ανά εκατομμύριο), και μέσω της μονάδας γίνεται 240 ppm», εξηγεί η Μίριαμ Mπρουσιλόβσκι, τεχνική διευθύντρια της IDE (εταιρείας που διαχειρίζεται τρεις από τις πέντε μονάδες αφαλάτωσης της χώρας). «Το νερό έρχεται στη μονάδα μέσω τριών αγωγών, μήκους 1,25 χλμ., από βάθος 15 μέτρων. Η απορρόφηση είναι αργή, περίπου 45.000 m3/ώρα (περίπου μία πισίνα το λεπτό), ώστε να μην απορροφώνται ψάρια. Κατόπιν υφίσταται δύο στάδια προεπεξεργασίας που απομακρύνουν κάθε σωματίδιο. Στη συνέχεια το νερό αφαλατώνεται μέσω αντίστροφης ώσμωσης. Κατά τη διαδικασία αυτή ανακτάται το 45% της ενέργειας που χρειάζεται το εργοστάσιο. Το μισό από το νερό που απορροφάται από τη θάλασσα μετατρέπεται σε πόσιμο, ενώ το άλλο μισό είναι ''συμπυκνωμένο'', καθώς έχει το σύνολο του αλατιού. Αυτό επιστρέφεται στη θάλασσα μπροστά στο εργοστάσιο, όπου αναμειγνύεται με το νερό που χρησιμοποιείται για την ψύξη του παρακείμενου εργοστασίου».
Το αλμόλοιπο
Όσον αφορά την επίδραση του αλμολοίπου (δηλαδή του υπολείμματος της επεξεργασίας στο εργοστάσιο αφαλάτωσης) στο θαλάσσιο περιβάλλον, η εταιρεία υποστηρίζει ότι είναι από τα ζητήματα που έχουν πλέον επιλυθεί. «Γίνεται έλεγχος δύο φορές το έτος, με δείγματα από το νερό και τους οργανισμούς του πυθμένα. Το αλμόλοιπο έχει 80.000 ppm αλάτων όταν εισέρχεται στη θάλασσα και σε απόσταση δέκα μέτρων από την έξοδο έχει μόλις 1% περισσότερη αλατότητα από το θαλασσινό νερό», λέει η κ. Mπρουσιλόβσκι. «Τα χημικά που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία του νερού, λ.χ. για να εμποδίζεται η σκλήρυνση των μεμβρανών της αντίστροφης ώσμωσης, είναι κάτω από τα επιτρεπόμενα όρια, τα οποία αναθεωρούνται ανά κάποια χρόνια, ανάλογα με την εξέλιξη της επιστήμης».
Υδάτινες «γέφυρες» με Ιορδανία και Παλαιστίνη
Στις άνυδρες περιοχές, η διαχείριση του νερού είναι ζήτημα επιβίωσης. Στη συγκεκριμένη «γειτονιά» του κόσμου, η διαχείριση του νερού της Θάλασσας της Γαλιλαίας και του ποταμού Ιορδάνη υπήρξε ήδη από τη δεκαετία του ’60 πηγή έντασης ή συγκρούσεων ανάμεσα στο Ισραήλ, στη Συρία, στον Λίβανο και στην Ιορδανία. Σήμερα το Ισραήλ έχει υπογράψει δύο συμφωνίες για την παροχή νερού στην Ιορδανία και στην Παλαιστινιακή Αρχή. Στην πρώτη περίπτωση, το Ισραήλ συμφώνησε να παρέχει 100 εκατ. m3 ετησίως από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας (στην Ιορδανία, το «κενό» μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης νερού είναι 500 εκατ. m3/ετησίως). Το νερό παρέχεται με την εξής συμφωνία: τα πρώτα 50 εκατ. m3 ετησίως προς 0,04 ευρώ/m3 και οτιδήποτε πάνω από αυτό προς 0,80 ευρώ/m3. «Η τιμή του νερού είναι χαμηλή γιατί αυτή τη στιγμή είναι παράγοντας ειρήνης ανάμεσα στις δύο χώρες», λέει ο Λιόρ Γκούτμαν, εκπρόσωπος της Mekorot.
Με τη Συμφωνία του Όσλο τέθηκαν συγκεκριμένοι περιορισμοί στις απολήψεις νερού μέσω γεωτρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη και το Ισραήλ δεσμεύτηκε για την παροχή συγκεκριμένης ποσότητας νερού. Σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς, το Ισραήλ εκμεταλλεύεται μέσω γεωτρήσεων το μεγαλύτερο μέρος των υπόγειων υδάτων της Λωρίδας της Γάζας, ενώ στην Παλαιστινιακή Αρχή εμποδίζεται η διάνοιξη νέων γεωτρήσεων, με αποτέλεσμα τα παλαιστινιακά εδάφη να αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα. Από την πλευρά του το Ισραήλ υποστηρίζει ότι έχει μειώσει τις απολήψεις μέσω γεωτρήσεων και παρέχει στην Παλαιστινιακή Αρχή πολύ περισσότερο νερό από όσο ορίζει η Συμφωνία του Όσλο.
Αρδευση από λύματα
Στο Ισραήλ οι ανάγκες ύδρευσης αντιπροσωπεύουν το 40% της συνολικής κατανάλωσης νερού. Το 51% όμως αφορά την άρδευση. Στον τομέα αυτό η χώρα πρωτοπορεί τεχνολογικά, έχοντας αναπτύξει τη στάγδην άρδευση και άλλες μεθόδους περιορισμού της σπατάλης νερού εδώ και δεκαετίες, καταφέρνοντας να καλλιεργήσει μεγάλα τμήματα της ερήμου. Επιπλέον, μεγάλο μέρος των αναγκών (45%) καλύπτεται από επεξεργασμένα λύματα, τα οποία διοχετεύονται στις αγροτικές περιοχές με χωριστό δίκτυο. «Περίπου το 87% των λυμάτων στη χώρα καθαρίζονται και χρησιμοποιούνται στη γεωργία. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό στον κόσμο, με δεύτερο υψηλότερο την Ισπανία με 20%», εξηγεί ο Λιορ Γκούτμαν, εκπρόσωπος της Mekorot (σ.σ. στην Ελλάδα η επαναχρησιμοποίηση νερού για άρδευση είναι κάτω από 1%).
Πολλά βήματα μπροστά στη διαχείριση υδάτων
Το υπόλοιπο της αφαλάτωσης (νερό με διπλάσια αλατότητα) επιστρέφει στη θάλασσα στη Χαντέρα (αριστερά). Στο εργοστάσιο επεξεργασίας λυμάτων Σαφντάν (κέντρο) καταλήγουν τα λύματα του Τελ Αβίβ μέσω ενός τεράστιου αγωγού. Δίπλα στη θάλασσα της Γαλιλαίας (δεξιά) υπάρχουν εγκαταστάσεις επεξεργασίας νερού, που καλύπτουν τις ανάγκες του βόρειου Ισραήλ.
(Γιώργος Λιάλιος - Πηγή άρθρου και φωτογραφιών - kathimerini.gr)
Πηγή αγροτών αναγνωσμα
Δημοσίευση σχολίου